Σύγκρουση στη Βουλή για τις λαϊκές αγορές

Διαφωνία κομμάτων για την αυστηρότητα των προστίμων

Σύγκρουση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης είχαμε χθες στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στην Επιτροπή Παραγωγής & Εμπορίου, στη Βουλή, για το σχέδιο νόμου για τις λαϊκές αγορές, σχέδιο το οποίο θα εισαχθεί για ψηφοφορία στην Ολομέλεια.

 

Η κυβέρνηση φέρνει για δεύτερη ένα σχέδιο νόμου προκειμένου να ρυθμίσει το εμπόριο στις λαϊκές αγορές όπου δραστηριοποιούνται, ταυτόχρονα, παραγωγοί κι έμποροι και κεντρικό ζήτημα του νομοσχεδίου είναι η υπαγωγή των παραγωγών στο καθεστώς του επαγγελματία εμπόρου το οποίο, σύμφωνα με τους παραγωγούς έχει θετικές αλλά κι αρνητικές για τους ίδιους επιπτώσεις. Από την πλευρά της η αντιπολίτευση, η οποία είχε αντιταχθεί σφόδρα στο πρώτο σχέδιο και είχε πετύχει την απόσυρσή του πριν μερικούς μήνες, θεωρεί οτι με τη νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης επιχειρείται ο έλεγχος των παραγωγών και προκρίνεται ο κλάδος των επαγγελματιών εμπόρων.

Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ

Σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ, το νομοσχέδιο θίγει τους παραγωγούς οι οποίοι βρίσκουν διέξοδο στις λαϊκές, και ιδιαίτερα τους μικρούς παραγωγούς, τους οποίους η κυβερνητική πλειοψηφία παραδέχεται ότι θέλει να τούς ωθήσει “να γίνουν επαγγελματίες”. Όπως επίσης παραδέχεται την αδυναμία της να εξηγήσει στον κόσμο γιατί καταργεί και στέκεται απέναντι σε ένα νόμο που η ίδια ψήφισε, με τη στήριξη της αντιπολίτευσης, ο οποίος από το 2017 έχει βάλει μία τάξη στις λαϊκές αγορές (Ν.4497). Αντ’ αυτού, φέρνει ένα νόμο χωρίς αιτιολογική έκθεση, κάτι πρωτοφανές στην κοινοβουλευτική πρακτική, τοποθετώντας απέναντί της σύσσωμη την κοινωνία και τους φορείς. «Επιβάλλετε εξοντωτικά πρόστιμα και στους παραγωγούς και στους επαγγελματίες. Ακόμα κι αυτοί που κράτησαν μια πιο θετική στάση στο νομοσχέδιο, μάλλον δεν έχουν καταλάβει τι τους περιμένει. Για παράδειγμα, με έξι παραβάσεις στα δύο χρόνια, δηλαδή έξι φορές να ξεχάσει ένας παραγωγός να δηλώσει ένα από τα προϊόντα του, θα επιβαρυνθεί με 3.000 ευρώ πρόστιμο και δεν φτάνει μόνο αυτό. Του ανακαλείτε τη θέση και τη δραστηριοποίηση για 6 μήνες και μετά πρέπει να περιμένει οπότε βγει διαδικασία προκήρυξης για να ξαναμπεί. Επιπλέον για δύο παραβάσεις μη έκδοσης αποδείξεων ανεξαρτήτως ποσού, ανακαλείται επίσης η άδειά του. Αδιανόητη αυτή η εμμονή με τις ανακλήσεις. Ισχύουν τα ίδια στο στεγασμένο εμπόριο, οι ίδιες κυρώσεις, οι ίδιες υποχρεώσεις, οι ίδιες ποινές; Γιατί εδώ τίθεται ένα θέμα ισονομίας, γι’ αυτό και ο νόμος θα καταπέσει. Δεν πρόκειται να εφαρμοστεί όταν προσβληθεί για τις αρχές της ισονομίας και της ισοτιμίας. Δεν μπορεί να ισχύουν άλλα στο υπαίθριο εμπόριο και άλλα στο στεγασμένο» υπογράμμισε μεταξύ άλλων ο τομεάρχης Αγροτ. Ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ Σταύρος Αραχωβίτης.

Η θέση του ΚΚΕ

Το ΚΚΕ καταψηφίζει το νομοσχέδιο για τις λαϊκές αγορές σημείωσε ο βουλευτής του Κόμματος Μανώλης Συντυχάκης μιλώντας στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής. Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση με το τελικό σχέδιο πήρε μέτρα για να κλείσει τα «μέτωπα» που είχε ανοίξει με τις Ομοσπονδίες, χωρίς να αλλάζει την ουσία και τον αντιδραστικό χαρακτήρα του νομοσχεδίου. Αφαιρεί προσωρινά τα πιο κραυγαλέα σημεία, ενώ αφήνει ορθάνοιχτα παράθυρα για να υπηρετηθούν οι στόχοι της ιδιωτικοποίησης των Λαϊκών Αγορών, μέσω ΣΔΙΤ, με άλλον τρόπο, στο απώτερο μέλλον. Τόνισε πως «με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση όχι μόνο δεν βάζει τάξη στις λαϊκές αγορές, όπως παραπλανητικά διαδίδει η κυβέρνηση, αλλά ουσιαστικά και σταδιακά ανατρέπει το χαρακτήρα του θεσμού των λαϊκών αγορών όπως τον ξέρουμε μέχρι σήμερα».

Όπως υπογράμμισε, η κεντρική λογική είναι η όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των παραγωγών και επαγγελματιών για την απόκτηση μιας θέσης στη λαϊκή αγορά, η αυστηροποίηση του πλαισίου ελέγχου και λειτουργίας των λαϊκών αγορών, με εξοντωτικές ποινές και πως οι αλλαγές που προβλέπονται, θα οδηγήσουν σε γενικευμένη ανασφάλεια και στην ανεργία. Ο Μ. Συντυχάκης τόνισε πως το ΚΚΕ διαφωνεί κάθετα με το πλαίσιο λειτουργίας καθώς «δεν συνιστά εκσυγχρονισμό το να αποβάλλεται ένα σημαντικό μέρος των επαγγελματιών και μάλιστα το πιο φτωχό, από το δικαίωμά του να δραστηριοποιείται στη λαϊκή αγορά. Δεν είναι εκσυγχρονισμός η ένταση του ανταγωνισμού που θα οδηγήσει στην αύξηση των τιμών των προϊόντων».

You might also like