Το Dairy News στους Μακεδονίτικους δρόμους του βουβαλιού

Ταξίδι στη μεθοριακή Ελλάδα και την εκτροφή βουβαλιών- Συνέντευξη με τον (ακόμα) μάχιμο κτηνοτρόφο Τριαντάφυλλο Γιαντσίδη στη λίμνη Κερκίνη

Νοέμβριος 2023, Νομός Σερρών, Μακεδονία, Ελλάδα. Κατευθυνόμαστε προς τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, προς το Εθνικό Πάρκο της Λίμνης Κερκίνης. Ελαφρά ομίχλη σκεπάζει την περιοχή που επισκεπτόμαστε, γιατί είναι ακόμη νωρίς το πρωί και ψιλοβρέχει. Στον δρόμο μας προς τον βορρά, συναντάμε το πεδινό χωριό Χρυσοχώραφα, συνεχίζουμε βόρεια, διασχίζουμε τη γέφυρα του ποταμού Στρυμόνα και φτάνουμε στη φάρμα των αδελφών Γιαντσίδη, δίπλα στην πανέμορφη λίμνη Κερκίνη. Μας υποδέχονται τα σκυλιά της φάρμας και πίσω τους έρχονται τα δύο αδέλφια, δύο από τους κορυφαίους βουβαλοτρόφους της  περιοχής και ιδρυτικά μέλη του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Βουβαλοτρόφων Ελλάδας.

Αποστολή: Θανάσης Αντωνίου. Φωτογραφίες: Θ.Α. & Πάνος Γεωργιάδης

 

Κερκίνη: Κτηνοτροφία μετ΄ εμποδίων

Τα δύο αδέλφια, ο Τριαντάφυλλος και ο Γιώργος Γιαντσίδης με τον γιο του Τρύφωνα ασκούν μια πανάρχαια κτηνοτροφική δραστηριότητα, η οποία λίγο έλλειψε να χαθεί  πριν από μερικά  χρόνια- ευτυχώς με τη δική τους παρέμβαση και το δικό τους πάθος η βουβαλοτροφία ‘επέστρεψε’ . Για πόσο καιρό ακόμα; Ηλικιωμένοι και οι δύο είναι φυσικό να αναρωτιούνται για το μέλλον της κτηνοτροφίας στην περιοχή τους. «Δεν ξέρω τι θα γίνει μετά από εμάς. Δεν ξέρω ποιος θα συνεχίσει την εκτροφή αυτού του ζώου…» μας λέει ο Τριαντάφυλλος.

Το ψιλόβροχο σταμάτησε, η πρωινή ομίχλη διαλύεται, αλλά ο ήλιος δεν βρίσκει τρόπο να   διαπεράσει τα μεγάλα σύννεφα, που έχουν συγκεντρωθεί πάνω από το Μπέλλες (Κερκίνη),την εμβληματική οροσειρά που χωρίζει την Ελλάδα από τη Βουλγαρία.

Ατελείωτες ώρες δουλειάς, μέσα σε δύσκολες συνθήκες, σε μια απομονωμένη παραλίμνια περιοχή, για να παραχθεί ένα πολύ ιδιαίτερο, ποιοτικό κρέας. Αξίζει; «Αξίζει», μας λέει ο κτηνοτρόφος Τρ. Γιαντσίδης

 

Ακολουθούμε σιωπηλοί τον 73χρονο κτηνοτρόφο στη φάρμα του. Περνάμε από τα πρώτα υπόστεγα όπου φυλάσσει τις ζωοτροφές της χρονιάς και παρκάρει τα μηχανήματα και τα οχήματά του. Βγαίνουμε και πάλι στο ξέφωτο και μέσα από τα λασπωμένα μονοπάτια πλησιάζουμε τους στάβλους με τα ζώα. Χωρισμένα τα αρσενικά από τα θηλυκά, τα μικρά με τις μητέρες τους, τα προς σφαγή ζώα από τα ζώα για πάχυνση. «Σταβλίζουμε ξεχωριστά τα ζώα για να μπορούμε να τα ελέγχουμε καλύτερα» μας λέει.

Ο Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης εκτρέφει περίπου 1.000 ζώα κι άλλα περίπου 200 εκτρέφει ο νεαρός ανιψιός του. Τα βουβάλια είναι ο κόσμος του. Ένας κόσμος με λιγοστούς επισκέπτες, κόσμος σκληρών συνθηκών διαβίωσης, κόσμος απομόνωσης. Αλλά την ίδια στιγμή, κόσμος που κουβαλάει μέσα του την παράδοση μιας χώρας που πάλεψε σκληρά για να ορθοποδήσει μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που αγωνίστηκε για να εξασφαλίσει τα αναγκαία για την επιβίωση: σιτηρά, λάδι, ελιές, γάλα, τυρί και κρέας.

Η περιοχή στην οποία βρισκόμαστε, αν και πλούσια σε βλάστηση και νερό, αν και ιδιαίτερα παραγωγική μέσα στους αιώνες, έχει στην ουσία εγκαταλειφθεί εδώ και δεκαετίες. Απ’ όλους; Όχι, ευτυχώς υπάρχουν ακόμα μερικοί ήρωες που ζουν κι εργάζονται μέσα στους βάλτους, στην ακτή της λίμνης και τα χωριά τριγύρω της, στις όχθες του ποταμού Στρυμόνα που κυλάει ήσυχος αυτή την εποχή.

Ο δημοσιογράφος Θανάσης Αντωνίου με τον κτηνοτρόφο Γιώργο Γιαντσίδη στην φάρμα του στην λίμνη Κερκίνη.

 

Κρέας ναι, γάλα όχι…

Η κτηνοτροφική εκμετάλλευση των αδελφών Γιαντσίδη είναι μια κατά κύριο λόγο κρεατοπαραγωγική μονάδα καθώς το γάλα, αν κι έχει υψηλή ποιότητα και, αναλόγως,  μεγάλη αξία, δεν μπορεί να αξιοποιηθεί όπως θα ήθελαν οι παραγωγοί του. Όπως διαπιστώνουμε κι εμείς, δεν υπάρχουν στη φάρμα οι αναγκαίες υποδομές για γαλακτοπαραγωγή. «Αρμέγουμε όσο γάλα χρειαζόμαστε  για τα σπίτια μας, για προσωπική χρήση. Υπάρχουν όμως δύο συνάδελφοι βουβαλοτρόφοι περιφερικά της λίμνης Κερκίνης, που μπορούν κι αρμέγουν καθημερινά. Έχουν λιγότερα ζώα από μας και το γάλα που αρμέγουν προωθείται καθημερινά για παρασκευή κρέμας, γλυκών και παγωτού σε τοπικές βιομηχανίες και ζαχαροπλαστεία».

Λίγα λεπτά αργότερα η φωτιά έχει ανάψει στο υπαίθριο κιόσκι της φάρμας των αδελφών Γιαντσίδη όπου μια άλλη καλεσμένη τους, η διάσημη Κωνσταντινουπολίτισσα σεφ και συγγραφέας Μαρία Εκμεκτσίογλου θα φτιάξει κρέμα από βουβαλίσιο γάλα. Κάποιοι από μας κατευθύνονται στα βουβάλια για να τα αρμέξουν, άλλοι μαζεύονται γύρω από τη φωτιά. Εμείς παραμένουμε στους στάβλους και συνεχίζουμε να ακούμε με προσοχή τον συνομιλητή μας.

Η ομάδα μας, καμιά δεκαριά άτομα, βρίσκεται πλέον δίπλα στον κεντρικό στάβλο με τα νεογέννητα βουβάλια που τρέχουν γύρω από τις μάνες τους και βυζαίνουν. Αποτελούμε μια ομάδα επισκεπτών την οποία αποτελούν δημοσιογράφοι του ειδικού Τύπου, σεφ κορυφαίων εστιατορίων και ξενοδοχείων αλλά και bloggers από διάφορες βαλκανικές χώρες που βρίσκονται εδώ, καλεσμένοι από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Η τελευταία, μέσω των οργανωμένων αυτών επισκέψεων σε κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, οινοποιητικές μονάδες, εστιατόρια κι εταιρείες επεξεργασίας τροφίμων, στοχεύει στην προβολή και προώθηση του Μακεδονίτικου διατροφικού πολιτισμού και την ανάδειξη παραγωγικών μονάδων, που  διακατέχονται από μια άλλη παραγωγική φιλοσοφία, λιγότερο αγοραία, περισσότερο παραδοσιακή.

Κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους, η μονάδα των αδελφών Γιαντσίδη οδηγεί στο σφαγείο, περίπου 100 ζώα, βάρους 200 κιλών το καθένα, διαθέτοντας στην αγορά ποσότητα που ανέρχεται σε περίπου 20 τόνους και καταναλώνεται αποκλειστικά και μόνο στην εγχώρια αγορά καθώς, αν και υπάρχει ζήτηση από το εξωτερικό, η μονάδα δεν έχει αντίστοιχη παραγωγή. Το κρέας διοχετεύεται σε χονδρέμπορους αλλά και στα μεμονωμένα κρεοπωλεία του νομού Σερρών, ένα στην Κερκίνη, το άλλο στη Λιβαδιά και το τρίτο στη Ροδόπολη- το τελευταίο είναι το κρεοπωλείο του Θανάση Κοκκώνα με τον οποίο ο κύριος Γιαντσίδης συνεργάζεται εδώ και περίπου 30 χρόνια.

Ο κτηνοτρόφος Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης. Ασχολείται με τη βουβαλοτροφία από τότε που θυμάται τον εαυτό του…

 

Δύσκολη επιβίωση

Η τιμή του κρέατος είναι μια ‘εξίσωση’ που λίγοι παραγωγοί κρέατος είναι σε θέση να αντιληφθούν πλήρως κι ακόμα λιγότεροι να λύσουν. «Πριν από μια επταετία περίπου η τιμή του σφάγιου βρισκόταν στα πέντε ευρώ το κιλό και μάλιστα έμεινε εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σήμερα η τιμή έχει πέσει, σε κάποιες περιπτώσεις φτάνει ακόμα και τα τέσσερα ευρώ» μας λέει ο συνομιλητής μας κι εξηγεί πως αν συνυπολογίσουμε την εκρηκτική αύξηση του κόστους παραγωγής τα τελευταία δύο χρόνια, ο σύγχρονος βουβαλοτρόφος δυσκολεύεται πολύ να κερδίσει τα προς το ζην από τη δουλειά που κάνει.

«Οι έμποροι έχουν το ‘πάνω χέρι’. Ένας χασάπης που παίρνει ένα ή δύο ζώα την εβδομάδα πληρώνει τιμές περίπου πέντε ευρώ το κιλό το σφάγιο, ο έμπορος όμως έχει τη δυνατότητα να απορροφήσει πολύ περισσότερα ζώα, 100 ίσως και παραπάνω σε μια εβδομάδα διότι θα διοχετεύσει αυτά τα ζώα στις μεταποιητικές  βιομηχανίες» μας εξηγεί. Οι έμποροι πιέζουν για τιμές οι οποίες εσχάτως κατεβαίνουν στα τρία ευρώ ή και πιο κάτω. Οι παραγωγοί αρνούνται να πουλήσουν στις τιμές αυτές, τα κοπάδια τους έτσι αυξάνονται γρήγορα, οι τροφές πολλαπλασιάζονται, η βοσκήσιμη γη μειώνεται και κάποιοι από αυτούς βρίσκονται πλέον σε απόγνωση.

Γιατί όμως μειώνεται η βοσκήσιμη γη τη στιγμή που η περιφέρεια της χώρας «αδειάζει» από κατοίκους και τα χωράφια που κάποτε καλλιεργούνταν σιτηρά εγκαταλείπονται; «Η ελεύθερη βόσκηση είναι πολύ σημαντική στη βουβαλοτροφία κι εμείς είχαμε πλούσια βοσκή στην περιοχή μας μέχρι πριν από μια δεκαετία. Τα τελευταία χρόνια όμως, έχει εισβάλει στην περιοχή μας ένα παράσιτο, ένα αγκάθι από την Βουλγαρία. Ήρθε με τις πλημμύρες κι έχει κατακλύσει τη βοσκή του βουβαλιού. Τα ζώα μας τρώνε νερογριάδα, ένα υδρόβιο χόρτο το οποίο είναι ωφέλιμο στο βουβάλι. Αφού ήρθε αυτός ο σπόρος από τη Βουλγαρία, έχει φυτρώσει παντού μέσα στη λίμνη.  Είναι ανθεκτικός σπόρος και δεν σαπίζει μέσα στο νερό όταν τα νερά της λίμνης ανεβαίνουν. Όταν τα νερά φεύγουν τον Ιούνιο, ο σπόρος φυτρώνει και δημιουργεί ένα αγκάθι το οποίο δεν το τρώνε τα βουβάλια. Αυτό το αγκάθι, λοιπόν, έχει καλύψει τη βοσκή τους. Φυτρώνει παντού το συγκεκριμένο αγκάθι κι όχι το ωφέλιμο χόρτο».

Πρωινό τάισμα των νεογέννητων στις μάνες. Στο μέσο της φωτογραφίας ο νεαρός Τρύφωνας Γιαντσίδης.

                                                                                  

Όπως μας ενημερώνει ο συνομιλητής μας, λόγω του ότι όλη η περιοχή έχει χαρακτηριστεί προστατευόμενος βιότοπος, δεν επιτρέπεται η ανθρώπινη παρέμβαση με χημικά, προκειμένου  να καταστραφεί αυτό το παράσιτο που έχει εισβάλει από την Βουλγαρία. Φαύλος κύκλος…

«Μπήκαμε παλιότερα με τα τρακτέρ για να το θερίσουμε αλλά, δυστυχώς, σ’ ένα μήνα ξαναφύτρωσε» μας λέει ο Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης, που έχει επιλέξει πλέον να αυξήσει κάπως την ποσότητα των ζωοτροφών τις οποίες  ταΐζει στο κοπάδι του. Οι ζωοτροφές  όμως έχουν εξελιχθεί σε μεγάλο παραγωγικό κόστος εδώ και μια διετία. Ρωτάμε τον Τριαντάφυλλο Γιαντσίδη αν έχει υπόψη του κάτι περί ‘πτώσης των τιμών’ στις ζωοτροφές- μια φήμη που αναπτερώνει το ηθικό των παραγωγών.

 «Από που να πέσουν οι τιμές;» αποκρίνεται  εκνευρισμένος στην την ερώτησή μας. «Στην τηλεόραση μπορούν να λένε ότι θέλουν οι ειδικοί εγώ όμως δεν βλέπω κάποια μείωση τιμών. Έχουμε δικά μας χωράφια, παράγουμε δικές μας ζωοτροφές και καλύπτουμε έτσι τις ανάγκες μας αγοράζοντας λιγοστές ποσότητες. Παράγουμε καλαμπόκι, το αλέθουμε στη μηχανή, το κονσερβοποιούμε και το αφήνουμε να ωριμάσει για 40 ημέρες πριν αρχίσουμε να ταΐζουμε με αυτό τα ζώα. Κάποια στιγμή το καλαμπόκι είχε φτάσει τα 27 λεπτά το κιλό! Η καλύτερη λύση όμως για να μην μπαίνεις σε έξοδα και να αποφύγεις την αστάθεια των τιμών είναι να ταΐζεις με τις δικές σου ζωοτροφές» συμπληρώνει.       

Το υπόστεγο με τις ζωοτροφές στη φάρμα των αδελφών Γιαντσίδη. Τα τελευταία χρόνια η ελεύθερη βοσκή, λόγω ενός ξενικού ζιζανίου έχει μειωθεί στην Κερκίνη και το τάισμα των ζώων στον στάβλο έχει αυξηθεί.

                                                                                                

Κρατική παρουσία, ένα ερωτηματικό…

Ο Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης εργάζεται στην κτηνοτροφία επί δεκαετίες και γνωρίζει πολύ καλά τα προβλήματα και τις δυνατότητές της στην Ελλάδα. Κατά τη γνώμη του, η σπουδαιότερη παρέμβαση της οργανωμένης πολιτείας για να βελτιωθεί η κατάσταση που επικρατεί (πρέπει να) είναι τα έργα υποδομής στην ελληνική περιφέρεια. Όπως είναι γνωστό, ο ποταμός Στρυμόνας  εκβάλει στη λίμνη Κερκίνη και γίνεται επικίνδυνος τον χειμώνα. Όταν κατεβάζει μεγάλες ποσότητες νερού η βοσκή στην κυριολεξία εξαφανίζεται κάτω από τα νερά του.

«Η πολιτεία πρέπει να κατασκευάσει κάποια αντιπλημμυρικά έργα έτσι ώστε κι εμείς να είμαστε ήσυχοι και ο κίνδυνος των πλημμυρών να μειωθεί. Γίνεται κάποιος καθαρισμός σε ετήσια βάση, συνήθως μιας μικρής έκτασης και το υπόλοιπο κομμάτι το αφήνουν στην τύχη του» επισημαίνει ο ηλικιωμένος κτηνοτρόφος και συμπληρώνει: « Στον τόπο που ζω θα ήθελα να είμαι σίγουρος έτσι ώστε να επενδύσω σε κάποιες υποδομές, όχι κάτι πολυέξοδο, κάτι απλό, αλλά να μπορώ να ρίξω π.χ. τσιμέντο, να ρίξω μια κολώνα, να μην μας παίρνει ο αέρας τα μαντριά».

Θυμάται πως πριν μερικά χρόνια ένα ξαφνικό, δυνατό μπουρίνι διέλυσε μέσα σε μερικά λεπτά όλα τα μαντριά του. Η καταγραφή των ζημιών  από τις αρχές πραγματοποιήθηκε άμεσα, οι υπηρεσίες τον διαβεβαίωσαν ότι  θα αποζημιωθεί, αλλά δεν έλαβε ποτέ τίποτα. «Είπαν πως δεν είχαμε άδειες, πως δεν είχαμε τιμολόγια για όσα είχαμε κατασκευάσει στο παρελθόν, γι’ αυτό δεν πήραμε τίποτα. Είναι πολύ στενάχωρο όλο αυτό. Δεν μπορούμε να επιβιώσουμε έτσι…».

Ο Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης, είναι ο παλαιότερος εκτροφέας βουβαλιών στην Ελλάδα. Κληρονόμησε τα ζώα από τον πατέρα του κι εκείνος από τον δικό του κι έχει  περάσει όλη του τη ζωή στα κοπάδια γύρω από τη λίμνη Κερκίνη. Η αγάπη του για τα βουβάλια τον έχει κάνει να ταξιδέψει σε διάφορες χώρες του κόσμου, προκειμένου να δει ο ίδιος πως λειτουργεί και πως  εξελίσσεται εκεί η βουβαλοτροφία. Η εμπειρία που αποκόμισε είναι ασφαλώς εντυπωσιακή, αλλά όχι καθοριστική, για να αλλάξει άρδην κάποιες συνήθειές του.

«Στην Ιταλία και την Τουρκία τα βουβάλια είναι σταβλισμένα, το ίδιο και στην Βουλγαρία. Είδα τα ζώα περιορισμένα μέσα στα τσιμέντα, δεν θα ήθελα αυτό το στυλ εκτροφής. Εμείς εδώ έχουμε επιλέξει την ελεύθερη, την πλούσια βόσκηση των ζώων στα χωράφια αλλά όπως διαπιστώνετε κι εσείς, αυτό δεν φτάνει. Έχουμε ανάγκη από υποδομές. Θέλουμε να βγαίνει το βουβάλι στο φυσικό περιβάλλον του και να μπαίνει πάλι μέσα το βράδυ. Το συγκεκριμένο ζώο έχει ανάγκη να βγαίνει για κάποιες ώρες στο φυσικό του περιβάλλον. Στη βόσκηση και τη στέγαση προσπαθούμε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο κοντά στη φυσική διαδικασία» μας εξηγεί.         

Η σεφ Μαρία Εκμεκτσίογλου (αριστερά) με το βουβαλίσιο γάλα το οποίο σε λίγα λεπτά έγινε …μια υπέροχη κρέμα. Δεξιά η σεφ με τη δημοσιογράφο Γιάννα Μπαλαφούτη (Olive) και τον σεφ Γιώργο Παλησίδη, σύμβουλο επιχειρήσεων εστίασης παραγωγής τροφίμων (Geogastronomy) και διοργανωτή της επίσκεψης στη φάρμα των αδελφών Γιαντσίδη.

                                          

Αυτή τη στιγμή στη φάρμα των αδελφών Γιαντσίδη απασχολούνται εκτός από τα δύο αδέλφια, ο ανιψιός του Τριαντάφυλλου και ένας έως δύο ακόμα εργαζόμενοι ανάλογα την εποχή και ανάγκες της φάρμας. Η εύρεση εργαζομένων είναι κι εδώ, στα Χρυσοχώραφα Σερρών όπου βρισκόμαστε,  μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Η αίσθηση που αποκομίσαμε είναι ότι σε αυτού του τύπου τις φάρμες ίσως να είναι πλέον αδύνατη η προσέλκυση εργαζομένων, καθώς δεν υπάρχει  ενδιαφέρον ούτε καν από μετανάστες.

«Προσπαθούσα για χρόνια να κρατήσω τους νέους στην περιοχή, να μείνουν εδώ και να δουλέψουν τις περιουσίες και τα ζώα τους» σχολιάζει ο  Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης και προσθέτει: «Δυστυχώς, μετά τον κορωνοϊό πάθαμε μεγάλη ζημιά- η κατάσταση έγινε ακόμα πιο δύσκολη για τους κτηνοτρόφους. Ο κτηνοτρόφος δεν μπορεί να επιβιώσει πια. Ακόμα κι εμείς που κληρονομήσαμε ζώα, που γνωρίζουμε την εκτροφή, που έχουμε συνηθίσει εδώ, δυσκολευόμαστε να επιβιώσουμε. Καταρρέουμε… Και το λέω με παράπονο, διότι είναι πολύ άσχημο να βλέπεις να αντιμετωπίζει προβλήματα μια δουλειά μέσα στην οποία έχεις  γεννηθεί και  μεγαλώσει και την έχεις αγαπήσει . Αν μου λείψει αυτή η δουλειά θα αισθάνομαι ένας χαμένος άνθρωπος…».

Το ψιλόβροχο σταμάτησε στις όχθες του Στρυμόνα, τα χρώματα ευθύς αλλάζουν στα πεδινά γύρω από τη λίμνη Κερκίνη ο ήλιος όμως είναι ακόμα κρυμμένος πίσω από τα σύννεφα και η υγρασία διαπερνά τα κορμιά μας. Αφού γευτήκαμε την εξαιρετική, ζεστή κρέμα που φτιάχτηκε με φρέσκοαρμεγμένο βουβαλίσιο γάλα, επιστρέφουμε στο βαν και παίρνουμε τον δρόμο προς τα δυτικά, αφήνοντας πίσω μας ένα κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής κτηνοτροφικής ιστορίας, τον  πρώτο σταθμό μας στον ‘Δρόμο του Βουβαλιού’. Συνεχίζουμε προς τη Ροδόπολη το βορειοδυτικό άκρο του νομού Σερρών…

Βόσκηση στον Στρυμόνα με φόντο το όρος Μπέλλες. Τα βουβάλια έχουν περισσότερο από τα άλλα εκτρεφόμενα ζώα, την ανάγκη να βγουν έξω σε καθημερινή βάση και για κάποιες ώρες.
You might also like