Παύλος Κουλιεράκης, Ρέθυμνο: «Τα κρητικά προϊόντα αντιμετωπίστηκαν με προχειρότητα» 

Συνέντευξη με τον Κρητικό επαγγελματία του τυροκομικού κλάδου.

Είναι ο επιχειρηματίας που βρίσκεται πάντα δίπλα στην Κρητικό τυροκόμο, στη μάχη που δίνει για ασφαλές, ποιοτικό και ανταγωνιστικό προϊόν. Η επιχείρησή του ιδρύθηκε το 2002 και δραστηριοποιήθηκε αρχικά με την πώληση κτηνιατρικών φαρμάκων, κτηνοτροφικού και τυροκομικού εξοπλισμού καθώς και με τη συμβουλευτική παροχή στους κτηνοτρόφους της Κρήτης.
Συνέντευξη στο Θανάση Αντωνίου

 

Η έδρα της εταιρείας στην Επισκοπή Ρεθύμνου, ανάμεσα στα διοικητικά όρια των νομών Χανίων – Ρεθύμνου, η θέση της και η εύκολη προσβασιμότητα της κοντά στο εθνικό οδικό δίκτυο καθώς και η μακρόχρονη εμπειρία του ιδρυτή της, την κατέστησαν μέσα γρήγορα αναγνωρίσιμη στην τοπική κοινωνία.

Από το 2012, ο Παύλος Κουλιεράκης έχει στραφεί στον εξοπλισμό και στην εισαγωγή αναλώσιμων και πρώτων υλών για τη βιομηχανία τροφίμων καθιστώντας την εταιρεία του κορυφαία και μοναδική στο είδος της. Το Dairy News ζήτησε τη γνώμη του για μια ζητήματα που απασχολούν συνολικά τον γαλακτοκομικό και  τυροκομικό κλάδο στο νησί κι εκείνος είχε την καλοσύνη να μας εξηγήσει τι ακριβώς συμβαίνει

Dairy News|  Τελευταία γίνεται προσπάθεια για καλύτερη οργάνωση της προβολής και διανομής των κρητικών τυριών. Είστε ικανοποιημένος;

Παύλος Κουλιεράκης |  Κάθε πρωτοβουλία είναι καλοδεχούμενη, αρκεί να κινείται στις σωστές βάσεις και να καλύπτει και τους δύο απαραίτητους τομείς για την ανάπτυξη που είναι η παραγωγική διαδικασία και η εμπορία. Δυστυχώς  μέχρι σήμερα έχουν γίνει πολλές τέτοιες προσπάθειες χωρίς το αναμενόμενο αποτέλεσμα γιατί κινήθηκαν μονόπλευρα. Θα  σας θυμίσω  τη δημιουργία οργάνου διαχείρισης και εμπορίας παραδοσιακών τυροκομικών προϊόντων Π.Ο.Π. στο νομό Χανίων με το διακριτικό τίτλο  ‘Τυροκομική Κρήτης’ ένα πρόγραμμα στο οποίο συμμετείχα κατά την αρχική ενασχόλησή μου με τον κλάδο της τυροκομίας. Ήταν ένα πρωτοποριακό πρόγραμμα για το έτος 1997 το οποίο μάλιστα εγκρίθηκε μέσω του προγράμματος LEADER ΙΙ με το ύψος των 100 εκατ. δραχμών και, δυστυχώς, δεν προχώρησε. Δεν ευδοκίμησαν όμως  μέχρι σήμερα  ούτε οι προσπάθειες  για τη δημιουργία διεπαγγελματικής οργάνωσης  που ξεκίνησαν οι σύλλογοι τυροκόμων της Κρήτης.

Το Cluster Κρητικού Τυριού είναι η πιο πρόσφατη, οργανωμένη και φιλόδοξη προσπάθεια για κοινή παρουσία και συλλογική ‘μάχη’ για τα συμφέροντα των Κρητών τυροκόμων, στην οποία συμμετέχουν και τρίτοι επαγγελματίες. Φωτογραφία: Επιμελητήριο Ηρακλείου.

 

Πέρα από τη γραβιέρα, το ξίγαλο Σητείας και το πηχτόγαλο Χανίων, βλέπετε εσείς πιθανότητες για άλλα τυροκομικά προϊόντα να αποκτήσουν σήμα ΠΟΠ;

Καταρχήν θεωρώ ότι χάσαμε πολύτιμο χρόνο στα πρώτα στάδια όταν για διάφορους λόγους βάλαμε όλα σχεδόν τα κρητικά προϊόντα  με την ένδειξη Π.Ο.Π.  Τότε μαζί με τα προϊόντα- σημαία του τόπου μας υπήρχε η κεφαλογραβιέρα , το κεφαλοτύρι, ο ξηρός και ο φρέσκος ανθότυρος κ.ά. Όλα αυτά τα προϊόντα μπήκαν χωρίς να μπορεί να υποστηριχτεί  ούτε καν ο σωστός τρόπος παραγωγής τους-  με μία προχειρότητα θα έλεγα. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί περισσότερη σύγχυση τόσο στον καταναλωτή όσο και στους ίδιους τους τυροκόμους. Θυμάμαι χαρακτηριστικά το ερώτημα που μου απεύθυναν οι περισσότεροι τυροκόμοι τότε  για το πώς θα μπορούσαν να πετύχουν τις εξωπραγματικές τιμές λίπους ή υγρασίας που περιγράφονταν στην παραγωγική διαδικασία του ξηρού ανθοτύρου.

Είστε ικανοποιημένος από τον τρόπο που λειτουργεί το σύστημα των ‘σημάτων’ ποιότητας;

Δεν είναι ανάγκη να καταφεύγουμε σε ένα πλήθος σημάτων που μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση στον καταναλωτή, όμως μην ξεχνάμε ότι είναι ίσως η πρώτη φορά που γίνεται προσπάθεια από την Περιφέρεια Κρήτης για ταυτοποίηση και ανιχνευσιμότητα των κρητικών προϊόντων. Κάθε αρχή και δύσκολη και εξάλλου όλα κρίνονται από την αποτελεσματικότητα. Πιστεύω ότι λάθη που σαφώς γίνονται θα εντοπιστούν και θα βελτιωθούν. Ας μην είμαστε σε όλα αρνητικοί γιατί η ζωή έχει δείξει ότι εξελίσσεται και προχωρεί. Μήπως και η πιστοποίηση των επιχειρήσεων από ιδιωτικούς φορείς δεν δημιουργεί αρκετά προβλήματα όταν μεσολαβεί ο οικονομικός παράγοντας ή μήπως και οι υπηρεσίες του κράτους Ε.Φ.ΕΤ. και AGROCERT καθώς και το ΥπΑΑΤ με τις κατά τόπους διευθύνσεις του, λειτουργούν σωστά;

Ο Παύλος Κουλιεράκης

Για τις ελληνοποιήσεις και τα…βαφτίσια

Η Κρήτη είναι πολύ εύκολο να ελεγχθεί· πιστεύω  ότι δεν υφίσταται θέμα ελληνοποίησης  ξένου γάλακτος. Αντίθετα παρατηρήθηκε το φαινόμενο να φεύγει γάλα από την Κρήτη προς την υπόλοιπη Ελλάδα. Η ‘βάπτιση’ άλλων τυριών ως κρητικά είναι μία πραγματικότητα που μπορεί να λυθεί μόνο συλλογικά και μόνο από το ίδιο το κράτος. Όταν όμως στις αναφορές ή στις υποψίες των τυροκόμων οι υπηρεσίες απαντούν « έλα και κάνε μου επίσημη καταγγελία» πως μπορεί να αντιδράσει ο απλός πολίτης; Τα οικονομικά συμφέροντα καθώς και ο ωχαδερφισμός μας, δυστυχώς, διαιωνίζουν  αυτό το πρόβλημα.

Μεγάλες ποσότητες κρητικών τυριών παραμένουν αδιάθετα σε ψυγεία. Γιατί φτάσαμε σε αυτό το σημείο;

Είναι ένα σύνθετο πρόβλημα που ξεκινάει από την υπερπαραγωγή γάλακτος  για διάφορους λόγους, άρα την αύξηση της παραγωγής , τη μειωμένη ζήτηση λόγω κρίσης από τον καταναλωτή, τη μικρή ως σχεδόν ανύπαρκτη εξαγωγή λόγω των συνθηκών που προανέφερα και φυσικά των εσφαλμένων αντιλήψεων που είχαμε καλλιεργήσει όλοι μας τα χρόνια της ‘ευμάρειας’.

Πως βλέπετε τις σχέσεις που έχει αναπτύξει η Κρήτη με το οργανωμένο λιανεμπόριο στην Αθήνα; 

Όλα όσα σας έχω αναφέρει μέχρι τώρα πιστεύω ότι στοιχειοθετούν την μεγάλη εξάρτηση των κρητικών παραγωγών με το οργανωμένο λιανεμπόριο αλλά και χονδρεμπόριο στην Αθήνα. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι  μεγάλες αθηναϊκές εταιρείες χονδρικού εμπορίου αγοράζουν ολόκληρα τυροκομεία ή παίρνουν τη διοίκηση μικρών κρητικών μονάδων με το αντίστοιχο βέβαια οικονομικό αντάλλαγμα. Η Αθήνα, η πόλη των εκατομμυρίων, είναι λογικό να αποτελεί για μας στόχο και να θέλουμε να είναι ισχυρή η εκεί παρουσία της Κρήτης.

Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μια προνομιακή σχέση και ισχυρή παρουσία της Κρήτης.

Δεν θα έλεγα όμως ότι είναι ‘προνομιακή’ η σχέση μας ή τουλάχιστον όχι στο βαθμό που θα έπρεπε αναλογικά με την αγνότητα, την ποιότητα και την διατροφική αξία των προϊόντων μας. Το brand name Κρήτη πουλάει σε όλη την Ελλάδα αλλά δυστυχώς δεν μεταφράζεται σε πραγματική αξία  για τους κτηνοτρόφους και τους τυροκόμους μας.

Ο Παύλος Κουλιεράκης 

Για τις τιμές:

Η κριτική που δεχόμαστε ότι τα κρητικά τυροκομικά προϊόντα είναι ακριβά σίγουρα δεν ευσταθεί ή καλύτερα είναι πλασματική γιατί θα πρέπει κάποιος να αναλογιστεί και το κόστος παραγωγής. Ας μην ξεχνάμε ότι η Κρήτη είναι ένα νησί με μεγάλο ζωικό κεφάλαιο χωρίς όμως δικές της ζωοτροφές λόγω  του γεωφυσικού χαρακτήρα της. Η ημιεκτατική εκτροφή, ο μικρός κλήρος, οι πολλές και μικρές  οικογενειακές επιχειρήσεις, η έλλειψη οργάνωσης και το μεγάλο κόστος των μεταφορικών είναι παράγοντες που αυξάνουν το κόστος παραγωγής άρα και πώλησης.

Δημοσιεύτηκε στο 7ο τεύχος του Dairy News, Ιούνιος 2017.

You might also like