Σύμφωνα με πρόσφατη διαδικτυακή έρευνα του Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών China Youth Daily, εννέα χρόνια μετά το σκάνδαλο μελαμίνης που είχε συγκλονίσει την ανθρωπότητα, το 50% των ερωτηθέντων βλέπει βελτίωση της ποιότητας του κινεζικού γάλακτος και το 75% δηλώνει σίγουρο για την ποιότητα της μελλοντικής παραγωγής.
Ωστόσο, οι εισαγωγές γάλακτος εξακολουθούν να διαδραματίζουν τεράστιο ρόλο στην κινεζική ζήτηση, εξαγωγές που προέρχονται κυρίως από τη Νέα Ζηλανδία και την Αυστραλία- δύο από τις ισχυρότερες χώρες στο παγκόσμιο εξαγωγικό εμπόριο γαλακτοκομικών προϊόντων. Τρίτη σε εξαγωγές στην Κίνα είναι η Γερμανία.
Το 2008, η Κίνα συγκλονίστηκε από το σκάνδαλο της ανίχνευσης χημικής μελαμίνης στα γαλακτοκομικά προϊόντα. Ήταν η χρονιά που βρέθηκε ότι βρεφικές τροφές του ομίλου Sanlu, εταιρείας γαλακτοκομικών προϊόντων στην επαρχία Hebei της βόρειας Κίνας περιείχε χημική μελαμίνη η οποία θεωρήθηκε υπεύθυνη για το θάνατο έξι βρεφών και την ασθένεια χιλιάδων άλλων. Έκτοτε, η κυβέρνηση έχει θέσει σε εφαρμογή δεκάδες αυστηρότερους κανόνες και η ποιότητα του γάλακτος έχει βελτιωθεί σημαντικά.
Το γάλα, το οποίο έχει αρχίσει πλέον να καταναλώνεται συστηματικά από την ανερχόμενη μεσαία τάξη της Κίνας, αποτελεί πεδίο έντονης οικονομικής δραστηριότητας παρά το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα, μεγάλο μέρος του κινέζικου πληθυσμού είτε το αγνοεί είτε το αποφεύγει. Όσοι καταναλώνουν, εμπιστεύονταν μέχρι πρότινος το εισαγόμενο γάλα.
Αυτή η επιλογή δείχνει πλέον να αλλάζει: το 50% των ερωτηθέντων επιβεβαιώνουν ότι η ποιότητα του κινεζικού γάλακτος έχει αυξηθεί. Η μεγαλύτερη ηλικιακή κατηγορία, καταναλωτές 37-47 ετών, οι οποίοι έχουν έντονες ακόμα τις μνήμες από το σκάνδαλο της μελαμίνης, δηλώνουν ότι προτιμούν πλέον το κινεζικό γάλα.
Η έρευνα έδειξε ότι παρά τη σαφή αλλαγή της εντύπωσης που έχουν οι Κινέζοι για το γάλα τους, υπάρχουν ακόμα πολλές ανησυχίες για τη διατροφική του αξία (τη βρίσκουν χαμηλότερη σε σχέση με το εισαγόμενο) και την ασφάλειά του. Οι ανησυχίες τους σχετίζονται κυρίως με την ατμοσφαιρική ρύπανση και την ποιότητα των υδάτων που υποβαθμίζεται σε πολλά σημεία της χώρας εξαιτίας της εντατικής βιομηχανικής ανάπτυξης.
Πάντως, σύμφωνα με στοιχεία της Κινεζικής Γαλακτοκομικής Ομοσπονδίας το 99,5% των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν το 2016 σε γαλακτοκομικά προϊόντα του εμπορίου έδειξαν ότι αυτά ήταν απολύτως ασφαλή χωρίς ίχνος απαγορευμένων πρόσθετων ουσιών ή ύπαρξη μελαμίνης- η τελευταία δεν ανιχνεύεται πουθενά στην Κίνα εδώ και μια επταετία.
Η ‘επιστροφή’ των Κινέζων στο εγχώριο γάλα είναι ένα καμπανάκι κινδύνου τόσο για την ευρωπαϊκή γαλακτοβιομηχανία όσο και για τις βιομηχανίες της Ν. Ζηλανδίας και της Αυστραλίας, με τους Ευρωπαίους εξαγωγείς να έχουν πλέον το μεγαλύτερο πρόβλημα λόγω απόστασης και τιμής.
Φωτογραφία (Σανγκάη): Σωτήρης Σκουλούδης.