Οι εμπορικές συμφωνίες που έχει υπογράψει η Ευρωπαϊκή Ένωση με τρίτες χώρες ή ομάδες χωρών αναμένεται να έχουν συνολικά θετικό αντίκτυπο στην οικονομία της ΕΕ και στον αγροδιατροφικό τομέα, σύμφωνα με νέα μελέτη που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα από την Κομισιόν. Με τα αποτελέσματά της πάντως διαφωνούν οι άνθρωποι της πρωτογενούς παραγωγής.
Στη μελέτη αυτή υποστηρίζεται ότι οι εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ αναμένεται να οδηγήσουν σε σημαντικές αυξήσεις των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων της ΕΕ, με πιο περιορισμένες αυξήσεις στις εισαγωγές, δημιουργώντας συνολικά θετικό εμπορικό ισοζύγιο. Η μελέτη επιβεβαιώνει επίσης ότι η προσέγγιση της ΕΕ για τη θέσπιση περιορισμένου αριθμού εισαγωγών χαμηλότερων δασμών (μέσω δασμολογικών ποσοστώσεων) είναι η καλύτερη λύση όσον αφορά την προστασία συγκεκριμένων ευάλωτων τομέων γεωργικών προϊόντων διατροφής στην ΕΕ.
Η μελέτη της Κομισιόν
Η μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το Commission’s Joint Research Centre (JRC) αφορά τις επιπτώσεις 12 εμπορικών συμφωνιών στον αγροδιατροφικό τομέα έως το 2030 κι αποτελεί επικαιροποίηση μελέτης του 2016. Για να εξαχθούν τα συμπεράσματα χρησιμοποιήθηκε ένα θεωρητικό μοντέλο ενώ η μελέτη περιλαμβάνει εμπορικά αποτελέσματα για τον γεωργικό τομέα στο σύνολό του και επιμέρους τομεακές επιπτώσεις στο εμπόριο, τις τιμές παραγωγού και τον όγκο παραγωγής.
Σχολιάζοντας τη μελέτη, ο Αντιπρόεδρος της Κομισιόν και Επίτροπος το εμπόριο Βάλντις Ντομπρόβσκις δήλωσε: «Η ΕΕ αντιπροσώπευε πάντα το ανοικτό και δίκαιο εμπόριο, το οποίο έχει ωφελήσει σε τεράστιο βαθμό την οικονομία μας, συμπεριλαμβανομένων των παραγωγών γεωργικών προϊόντων. Αυτή η μελέτη δείχνει ότι καταφέραμε να επιτύχουμε τη σωστή ισορροπία μεταξύ της προσφοράς περισσότερων εξαγωγικών ευκαιριών στους αγρότες της ΕΕ, προστατεύοντάς τους παράλληλα από πιθανές επιβλαβείς επιπτώσεις των αυξημένων εισαγωγών. Η στήριξη του αγροδιατροφικού τομέα της ΕΕ θα εξακολουθήσει να αποτελεί βασικό στοιχείο της εμπορικής πολιτικής της ΕΕ, είτε μέσω του ανοίγματος της αγοράς, της προστασίας των παραδοσιακών προϊόντων διατροφής της ΕΕ είτε της υπεράσπισής της από το ντάμπινγκ ή άλλες μορφές αθέμιτου εμπορίου».

Οι παραγωγοί διαφωνούν
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι σημαντική μερίδα της πρωτογενούς παραγωγής στην Ευρώπη δεν συμφωνεί με τα συμπεράσματα της συγκεκριμένης έρευνας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Pat McCormack της Irish Creamery Milk Suppliers Association διαφωνεί.
Σε τοποθέτησή του στο πλαίσιο του πανευρωπαϊκού φορέα European Milk Board, ο οποίος αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα των παραγωγών γάλακτος, ο Πρόεδρος της ICMSA απέρριψε τα πορίσματα της έκθεσης. «Ο κ. Ντομπρόβσκις πρέπει να γνωρίζει ότι ο αριθμός των οικογενειακών κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων στην ΕΕ έχει μειωθεί –και εξακολουθεί να μειώνεται– χρόνο με το χρόνο. Εάν αυτά που ισχυρίζεται είναι αληθινά, εάν δηλαδή η εμπορική πολιτική της ΕΕ ωφελούσε τους παραγωγούς γεωργικών προϊόντων, τότε αυτό θα αντικατοπτριζόταν στον αριθμό των πολιτών της ΕΕ που καλλιεργούν ή ασχολούνται με την πρωτογενή παραγωγή τροφίμων, αλλά αυτοί οι άνθρωποι εξακολουθούν να εγκαταλείπουν τον τομέα κάθε χρόνο. Δείχνουν με αυτόν τον τρόπο τι πραγματικά πιστεύουν για τη στάση της ΕΕ απέναντι στη γεωργία της φεύγοντας από τον τομέα. Αυτή είναι η πραγματικότητα και όλα τα δεδομένα των τελευταίων 25 χρόνων δείχνουν ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει» δήλωσε ο κ. McCormack.