Αποτύπωμα άνθρακα του αιγοπροβείου γάλακτος της χώρας μας
Άρθρο του καθηγητή Γεωργίου Ζέρβα με αναφορά στο FORAGE4CLIMATE LIFE
Η ζωική παραγωγή καλείται να ικανοποιήσει τις επόμενες δεκαετίες τις ανάγκες σε προϊόντα ζωικής προέλευσης (γάλα, κρέας, αυγά) του πληθυσμού της γης που αναμένεται να αυξηθεί από τα 7,7 δισ. σήμερα στα 9,7 δισ. το 2050. Για να ικανοποιηθούν αυτές οι ανάγκες, η ζωική παραγωγή πρέπει αφενός να αυξήσει την παραγωγικότητά της και την αποτελεσματικότητα της διατροφής, αφετέρου να μειώσει, ταυτόχρονα, τα εκπεμπόμενα αέρια του θερμοκηπίου που επηρεάζουν αρνητικά την κλιματική αλλαγή, χωρίς να παραβιάσει τους κανόνες της ευζωίας (welfare) των εκτρεφόμενων ζώων.
Κείμενο: καθηγητής Γεώργιος Ζέρβας*
Τα εκπεμπόμενα αέρια του θερμοκηπίου ( διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο, υποξείδιο του αζώτου) επηρεάζονται από έναν αριθμό παραγόντων όπως :
- Είδος ζώου (μηρυκαστικά, χοίροι, πτηνά, κόνικλοι).
- Φυλή, σωματικό βάρος, φυσιολογικό στάδιο (γαλακτοπαραγωγή, κυοφορία, κλπ).
- Σύστημα εκτροφής (εντατικό, ημι-εντατικό, εκτατικό).
- Επίπεδο διατροφής και σύσταση σιτηρεσίου.
- Είδος παραγωγής (γαλακτοπαραγωγή, κρεοπαραγωγή, αυγοπαραγωγή).
- Επίπεδο παραγωγής (υψηλό, χαμηλό).
- Διαχείριση αναπαραγωγής.
- Διαχείριση αποβλήτων, κ.ά.
Για τον προσδιορισμό της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης των επί μέρους κλάδων της ζωικής παραγωγής, χρησιμοποιείται η “ανάλυση του κύκλου ζωής” (Life Cycle Analysis or Assessment– LCA) των προϊόντων της. Πρόκειται για μια τεχνική υπολογισμού των περιβαλλοντικών επιπτώσεων κάθε παραγόμενου προϊόντος, από το στάδιο της παραγωγής του μέχρι την κατανάλωσή του (π.χ. πρώτες ύλες για την παραγωγή του, μεταφορά, επεξεργασία, τυποποίηση, διακίνηση, συντήρηση, υπολείμματα, ανακύκλωση, κ.α.). Η LCA χρησιμοποιείται ευρέως για τον προσδιορισμό του “αποτυπώματος του άνθρακα” ( Carbon Footprint – CF ) το οποίο εκφράζει το άθροισμα των εκπεμπόμενων αερίων (CO2 – διοξείδιο του άνθρακα, CH4 – μεθάνιο, Ν2O – υποξείδιο του αζώτου) σε ισοδύναμο CO2 με βάση την εξίσωση :
CF = CO2 + 25CH4 + 296N2O σε Kg CO2-ισοδ. / Kg κτηνοτροφικού προϊόντος
Τα ζωικά προϊόντα, γενικότερα, έχουν συγκριτικά υψηλότερο CF από άλλα τρόφιμα, και γι’ αυτό καταβάλλονται προσπάθειες μείωσης της τιμής του με παρεμβάσεις στον τρόπο εκτροφής και διατροφής του ζωικού κεφαλαίου, στην παραγωγή ζωοτροφών, στη διαχείριση των αποβλήτων, κ.α.
Σημειωτέων ότι όλο και περισσότερα τρόφιμα αναγράφουν, μεταξύ άλλων, στην ετικέτα τους το CF, διότι οι καταναλωτές, που έχουν αυξημένη ευαισθησία στα θέματα περιβάλλοντος και κλιματικής αλλαγής, δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην τιμή του CF των προϊόντων που αγοράζουν.

Το έργο FORAGE4CLIMATE LIFE
Το έργο FORAGE4CLIMATE LIFE, που χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), στο οποίο συμμετείχε το Εργαστήριο Φυσιολογίας Θρέψεως και Διατροφής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή Γεώργιο Ζέρβα, είχε ως κύριους στόχους:
α. την ανάδειξη τρόπων με τους οποίους τα παραγωγικά συστήματα που σχετίζονται με την παραγωγή αγελαδινού και αιγοπροβείου γάλακτος μπορούν να συμβάλλουν στο μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, και
β. την ανάπτυξη και διάδοση εργαλείων για προσδιορισμό του οργανικού άνθρακα που εναποτίθεται στο έδαφος, αλλά και των εκπεμπόμενων αερίων του θερμοκηπίου, ώστε να είναι δυνατή η αξιολόγηση των παρεμβάσεων για μείωση των επιπτώσεων στο περιβάλλον.
Με τιμές βάσης για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (CF) 1,26 και 3,20 Kg C02-ισοδ. / Kg αγελαδινού (Ιταλία) και αιγοπρόβειου (Ελλάδα και Σαρδηνία) γάλακτος αντιστοίχως, ο στόχος ήταν η μείωση του CF κατά 5 % τουλάχιστον.
Τα παραγωγικά συστήματα εκτροφής γαλακτοπαραγωγών αιγοπροβάτων της xώρας μας, μπορούν να χαρακτηριστούν, με βάση έναν αριθμό κριτηρίων, ως εντατικά (με ελάχιστη έως μηδενική βόσκηση), ημι-εντατικά (συνήθως μικτές γεωργο-κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις) και εκτατικά (ημιορεινών και ορεινών περιοχών). Τα συστήματα αυτά, παρά την υψηλή παραλλακτικότητα που παρουσιάζουν, σε γενικές γραμμές συσχετίζονται με το ύψος της ετήσιας γαλακτοπαραγωγής, τον τύπο του σιτηρεσίου (ποσοστιαία αναλογία χονδροειδών-συμπυκνωμένων ζωοτροφών) και σε τελική ανάλυση με την τιμή του αποτυπώματος του άνθρακα.
Στο έργο FORAGE4CLIMATE συμμετείχαν 12 προβατοτροφικές και 8 αιγοτροφικές μονάδες, αντιπροσωπευτικές των τριών παραγωγικών συστημάτων που αναφέρθηκαν παραπάνω. Με βάση τη μεθοδολογία της ICPP (Intergovermental Panel on Climate Change) προσδιορίστηκε το αποτύπωμα του άνθρακα (Carbon Footprint – CF) σε κάθε μονάδα. Με τη διαδικασία αυτή επισημάνθηκαν τα σημεία που επιδέχονταν παρέμβαση για μείωση του CF. Στη συνέχεια, εφαρμόστηκαν από τους παραγωγούς-εκτροφείς οι τεχνικές μείωσης (mitigation techniques) που υπεδείχθησαν ως οι πλέον κατάλληλες και ακολούθησε επαναπροσδιορισμός του βελτιωμένου, πλέον, CF.

Αποτελέσματα
Στα διαγράμματα 1 και 2 παρουσιάζεται το CF του γάλακτος των προβατοτροφικών και αιγοτροφικών μονάδων αντίστοιχα, ατομικά και κατά παραγωγικό σύστημα, πριν και μετά την εφαρμογή των τεχνικών (ορθών πρακτικών) μείωσης των εκπεμπόμενων αερίων του θερμοκηπίου, και κατά συνέπεια του CF.
Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής έδειξαν ότι η τιμή του CF του πρόβειου γάλακτος κυμάνθηκε αρχικά από 2,65 έως 6,91 Kg CO2-ισοδ. / Kg (διαγρ. 1) και του αίγειου από 1,69 έως 6,19 Kg CO2-ισοδ. / Kg (διαγρ. 2). Όταν ληφθεί υπόψη το παραγωγικό σύστημα, τότε το CF του γάλακτος των προβάτων έχει μέση τιμή 2,83 για το εντατικό, 3,28 για το ημι-εντατικό και 5,94 Kg CO2-ισοδ. / Kg για το εκτατικό παραγωγικό σύστημα (διαγρ. 1). Οι αντίστοιχες μέσες τιμές του CF για το αίγειο γάλα είναι 1,98, 5,20 και 7,12 Kg CO2-ισοδ. / Kg (διάγρ. 2).
Οι τάσεις των τιμών του CF του γάλακτος με τη μέθοδο ICPP κατά παραγωγικό σύστημα, επιβεβαιώθηκαν πειραματικά στις εγκαταστάσεις του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών όπου προσδιορίστηκαν με τον κατάλληλο ειδικό εξοπλισμό τα εκλυόμενα αέρια του θερμοκηπίου ( CO2, CH4, N2O ) σε πρόβατα και αίγες που διατράφηκαν με σιτηρέσια που αντιπροσώπευαν, κατά το δυνατόν περισσότερο, τα τρία παραγωγικά συστήματα.
Διάγραμμα 1. Το αποτύπωμα του άνθρακα (CF) του πρόβειου γάλακτος, πριν και μετά την εφαρμογή ορθών πρακτικών μείωσης των εκπεμπόμενων αερίων του θερμοκηπίου.
Διάγραμμα 2. Το αποτύπωμα του άνθρακα (CF) του αίγειου γάλακτος, πριν και μετά την εφαρμογή ορθών πρακτικών μείωσης των εκπεμπόμενων αερίων του θερμοκηπίου
Ορθές πρακτικές
Όπως αναφέρθηκε ήδη, κάθε μονάδα εφάρμοσε κάποιες ορθές πρακτικές μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου, τις πλέον κατάλληλες και πρακτικά εφαρμόσιμες σε κάθε περίπτωση, για ένα περίπου χρόνο, και στη συνέχεια επαναπροσδιορίστηκε το CF με τη ίδια μεθοδολογία. Τα αποτελέσματα αυτά έδειξαν ότι η τιμή του CF του γάλακτος μειώθηκε κατά 13,6 %, 16,5 % και 18,8 % (κ.μ.ο. 17 %) για το εντατικό, ημιεντατικό και εκτατικό παραγωγικό σύστημα των προβάτων (διαγρ. 1), και κατά 13,1 %. 15,6 % και 16,3 % (κ.μ.ο. 15 %) των αιγών (διαγρ. 2) αντίστοιχα.
Από τις ορθές πρακτικές διαχείρισης των μονάδων που εφαρμόστηκαν επιλεκτικά σε κάθε μονάδα, ανάλογα με το εφαρμοζόμενο παραγωγικό σύστημα, με στόχο τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, οι πλέον αποτελεσματικές ήταν οι εξής :
- Επανακατάρτιση του χορηγούμενου σιτηρεσίου (εφαρμογή διατροφής ακριβείας) ώστε να είναι κατά το δυνατόν πιο ισόρροπο, με αποτέλεσμα τη βελτίωση της παραγωγικότητας των ζώων και της αποτελεσματικότητας της διατροφής.
- Χρησιμοποίηση προσθέτων υλών διατροφής, όπως τα οριακά απαραίτητα αμινοξέα μεθειονίνη ή/και λυσίνη, σε προστατευμένη μορφή, στις εντατικές μονάδες υψηλής γαλακτοπαραγωγής, με αποτέλεσμα, επίσης, τη βελτίωση της ποσότητας και της χημικής σύστασης του γάλακτος, και της αποτελεσματικότητας της διατροφής.
- Συγκαλλιέργεια ψυχανθών (βίκου) – αγροστωδών (βρώμης) για παραγωγή βοσκήσιμης χλωράς νομής ή σανού κατόπιν συγκομιδής. Η συγκαλλιέργεια αυτή έδωσε μεγαλύτερη ποσότητα χλωρομάζας/στρέμμα, με υψηλότερη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες κατά 5-7 ποσοστιαίες μονάδες, γεγονός που επέτρεψε τη μείωση του ποσοστού συμμετοχής των ακριβών πρωτεϊνούχων ζωοτροφών (π.χ. σογιαλεύρου με υψηλό CF) στο σιτηρέσιο των ζώων. Στη συγκαλλιέργεια χρησιμοποιήθηκε, επίσης, η κοπριά της μονάδας αντί των συνήθως χρησιμοποιούμενων χημικών λιπασμάτων, με εμφανή διαφορά στην ανάπτυξη των φυτών (βλέπε φωτογραφία, λίπασμα vs. κοπριά). Πέραν της καλύτερης ανάπτυξης των φυτών και της υψηλότερης περιεκτικότητας της χλωρομάζας σε πρωτεΐνες, στην περίπτωση της λίπανσης μόνο με κοπριά, βελτιώθηκαν τα φυσικά χαρακτηριστικά του εδάφους και η συγκέντρωση του οργανικού άνθρακα σ’ αυτό.
- Συγκομιδή των φυτών για σανό σε νεαρότερο βλαστικό στάδιο, με αποτέλεσμα την υψηλότερη περιεκτικότητά του σε πρωτεΐνες και υψηλότερη πεπτικότητα των θρεπτικών του συστατικών.
- Χρησιμοποίηση ελαιούχων σπερμάτων (π.χ. βαμβακοσπόρου) για αύξηση της ενεργειακής πυκνότητας του σιτηρεσίου και την ως εκ τούτου μείωση της καταναλισκόμενης ποσότητας ξηρής ουσίας του σιτηρεσίου.
Αν και από τα παραπάνω αποτελέσματα προσδιορισμού του αποτυπώματος του άνθρακα (CF) προκύπτει ότι τα εντατικά συστήματα ζωικής παραγωγής έχουν μικρότερη περιβαλλοντική επιβάρυνση ανά μονάδα παραγόμενου κτηνοτροφικού προϊόντος από τα εκτατικά (ή και τα ημιεντατικά), στοιχείο που έχει επιβεβαιωθεί και στις αγελάδες γαλακτοπαραγωγής, εν τούτοις πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα η σημασία των εκτατικών συστημάτων της αιγο-προβατοτροφίας μας, όχι μόνο από κοινωνικο-οικονομικής πλευράς αλλά και από περιβαλλοντικής, δεδομένου ότι συμβάλλουν τα μέγιστα στη διατήρηση της βιοποικιλότητας των ημιορεινών και ορεινών βοσκοτόπων, προστατεύοντας τις περιοχές αυτές από εγκατάλειψη, διάβρωση, κ.λ.π.

Τέλος, επισημαίνεται ότι :
α. η υπό συζήτηση Κοινή Αγροτική Πολιτική (2021-2027) της ΕΕ, δίνει ιδιαίτερο βάρος στην κλιματική αλλαγή προτείνοντας μείωση των φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων και λιπασμάτων κατά 50 % και 20 % αντίστοιχα, και αύξηση των καλλιεργούμενων, βιολογικά, εκτάσεων κατά 25 %, και
β. η εφαρμογή των ορθών πρακτικών διαχείρισης των μονάδων, που συνιστώνται και εφαρμόζονται για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου από τις κτηνοτροφικές μονάδες, δεν έχει καμία δυσμενή επίδραση στην υγεία, ευζωία και παραγωγικότητα των ζώων. Απεναντίας, τη βελτιώνουν, μειώνοντας ταυτόχρονα το κόστος παραγωγής και ιδιαίτερα την περιβαλλοντική επιβάρυνση, συμβάλλοντας σημαντικά στο μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.
* Ο Γεώργιος Ζέρβας είναι ομότιμος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (Εργαστήριο Φυσιολογίας Θρέψεως και Διατροφής). Στο παρελθόν έχει χρηματίσει Πρύτανης του ΓΠΑ. Είναι Πρόεδρος της Ελληνικής Ζωοτεχνικής Εταιρείας.