Νέα διατροφική κρίση: Η ιστορία επαναλαμβάνεται & διδάσκει
Άρθρο του καθηγητή Γεωργίου Ζέρβα
Τους τελευταίους μήνες, τόσο η χώρα μας όσο και η Ευρώπη, αλλά και όλη η υφήλιος, βιώνει, εν μέσω της πανδημίας, μια σημαντική άνοδο των τιμών των ζωοτροφών και των τροφίμων που προκαλεί έντονη οικονομική και πολιτική αναστάτωση και ανησυχία. Για παράδειγμα, στον πρωτογενή τομέα, τις δραματικές αυξήσεις στο χώρο της ενέργειας συνοδεύουν αντίστοιχες στις τιμές των ζωοτροφών, των εφοδίων, των λιπασμάτων, κ.ά., προκαλώντας προβλήματα στους επί μέρους κλάδους της ζωικής και φυτικής παραγωγής. Το βασικό ερώτημα που διατυπώνεται από τον κλάδο της κτηνοτροφίας που πλήττεται από τις αυξήσεις των τιμών και ζητάει άμεση απάντηση, είναι πόσο θα διαρκέσει αυτή η κρίση (άνοδος των τιμών), γιατί η διάρκειά της και η έντασή της θα παίξει καθοριστικό ρόλο τελικά στην οικονομική του βιωσιμότητα.
Κείμενο: Καθηγητής Γεώργιος Ζέρβας *
Κάποιοι έσπευσαν, όχι απαραίτητα από αθώα άγνοια, να εκτιμήσουν/πιθανολογήσουν ότι τα Χριστούγεννα η όλη κατάσταση θα ομαλοποιούνταν. Όμως η φύση του προβλήματος είναι εξαιρετικά πολυσύνθετη και πολυπαραγοντική και οι γενεσιουργές αιτίες έχουν βαθιές ρίζες, γεγονός που δεν επιτρέπει την ερμηνεία του φαινομένου ως ενός περιστασιακού ξεσπάσματος των αγορών. Το φαινόμενο δεν είναι πρωτοφανές, ούτε μοναδικό. Αντίστοιχες κρίσεις εμφανίζονται περιοδικά, ως μια ημιτονοειδής συνάρτηση, και σταδιακά αποσβένονται, ακολουθούμενες από μια περίοδο ηρεμίας, που εντός της ζυμώνεται η δυναμική της επόμενης κρίσης.
Κρίνεται σκόπιμο όμως να θυμηθούμε ανάλογες κρίσεις που υπήρξαν στο παρελθόν, αντλώντας συμπεράσματα που θα οδηγούσαν ενδεχομένως σε προσεγγίσεις που θα επέτρεπαν, αν όχι να μετριάσουν τη φύση και το μέγεθος του σημερινού προβλήματος, τουλάχιστον να προετοιμάσουν για τις συνθήκες που θα ακολουθήσουν.
Αναγνωρίζοντας πολλά κοινά χαρακτηριστικά, ομοιότητες αλλά και εκφάνσεις, θα αναφερθώ συνοπτικά, αλλά με στοιχεία, στην πλέον πρόσφατη αντίστοιχη κρίση της περιόδου 2007 – 2008, και στα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτήν, και συγκεκριμένα για την γαλακτοπαραγωγό κτηνοτροφία, προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τη φύση και την εξέλιξη της τρέχουσας κρίσης και να οδηγηθούμε σε πιο ασφαλείς εκτιμήσεις για το πως θα εξελιχθεί περαιτέρω.

Θυμίζω λοιπόν ότι οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν σημαντικά από τις αρχές του 2007 μέχρι και τα τέλη του 2008, δημιουργώντας μια παγκόσμια κρίση τιμών στα τρόφιμα (που πλέον αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως: 2007-2008 World Food Price Crisis) η οποία έφερε στο προσκήνιο το θέμα της επισιτιστικής ασφάλειας (Food Security) του πλανήτη. Η κρίση αυτή προκάλεσε πολιτική και οικονομική αστάθεια και κοινωνική ανησυχία, τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και στις ανεπτυγμένες χώρες. Η σοβαρότητα της κρίσης αυτής επιβεβαιώθηκε από το πλήθος των σχετικών μελετών που εκπονήθηκαν και δημοσιοποιήθηκαν από Διεθνείς Οργανισμούς (FAO, IFCN κ.α.) για την ανάλυση του φαινομένου, ώστε να αποφευχθεί ή προληφθεί στο μέλλον ανάλογη κρίση.
Η παγκόσμια αυτή κρίση αποδόθηκε στην κλιματική αλλαγή με τα ακραία καιρικά φαινόμενα που επηρέασαν την παραγωγή σιτηρών κ.ά., στη μείωση των αποθεμάτων σιτηρών παγκοσμίως, στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου, στην παραγωγή βιοκαυσίμων από αραβόσιτο και ελαιούχα σπέρματα, περιορίζοντας τη διαθεσιμότητά τους ως ζωοτροφές, αλλά και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου αναπτυσσόμενων χωρών που αύξησαν την κατανάλωση τροφίμων ζωικής προέλευσης κ.ά. Οι ανωτέρω παράγοντες αναγνωρίζονται, μερικώς, ως γενεσιουργικές αιτίες και στην τρέχουσα κρίση.
Κατά την περίοδο 2007-2008, οι τιμές των σιτηρών αυξήθηκαν υπερβολικά (σίτου Χ2, ρυζιού Χ5) (Διάγραμμα 1), με αντίστοιχη εκτίναξη των τιμών των ζωοτροφών (αραβοσίτου, σόγιας κ.ά.) που με τη σειρά τους επηρέασαν τις τιμές του αγελαδινού γάλακτος (Διάγραμμα 2) και των γαλακτοκομικών προϊόντων.
Διάγραμμα 1. Εξέλιξη των τιμών των κυριότερων σιτηρών (σίτου, αραβοσίτου, ορύζης) την περίοδο 1997-2017 (IFCN)
Από τις μελέτες που έγιναν για την ανάλυση της πολυπαραγοντικής αυτής παγκόσμιας κρίσης των τιμών των τροφίμων, κατά τον FAO ο δείκτης τιμών αυξήθηκε κατά 6%, 27% και 24% για τα έτη 2006, 2007 και 2008 αντίστοιχα. Ένα από τα σημαντικά συμπεράσματα που προέκυψαν ήταν ότι η διακύμανση των τιμών του αγελαδινού γάλακτος συσχετίστηκε άμεσα με την αντίστοιχη των τιμών των ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των αγελάδων (βασικά αραβόσιτος και σόγια), τουλάχιστον στο δυτικό κόσμο επί σειρά ετών (Διαγρ. 2). Αυτό θεωρείται σχεδόν αυτονόητο δεδομένου ότι το εκ διατροφής κόστος των αγελάδων αντιπροσωπεύει περί το 60% του συνολικού κόστους παραγωγής του γάλακτος.
Διάγραμμα 2. Εξέλιξη των τιμών γάλακτος και ζωοτροφών παγκοσμίως την περίοδο 2007 – 2015 (FAO-OECD).
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) εισάγει βασικές ζωοτροφές, όπως είναι ο αραβόσιτος και η σόγια, και εξάγει γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως τυριά, βούτυρο κ.ά. Ως συνέπεια της κρίσης, οι τιμές των τροφίμων, και πιο συγκεκριμένα αυτές του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, επηρεάστηκαν σημαντικά κατά την επίμαχη χρονική περίοδο (2007-2008) στην ΕΕ, και φυσικά αναπόφευκτα και στην Ελλάδα ως χώρα-μέλος της ΕΕ.
Στον Πίνακα 1 παρουσιάζεται η σημαντική αύξηση των τιμών του αγελαδινού γάλακτος σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες του βορρά και του νότου, συγκρίνοντας τις τιμές πριν την κρίση (Περίοδος Α) με αυτές κατά τη διάρκεια της κρίσης (Περίοδος Β). Οι τιμές του αγελαδινού γάλακτος στην Ελλάδα επηρεάστηκαν αντίστοιχα από την παγκόσμια κρίση τιμών των τροφίμων κατά την επίμαχη περίοδο, παραμένοντας ωστόσο υψηλότερες των αντίστοιχων ευρωπαϊκών τόσο κατά την περίοδο της κρίσης όσο και μετά από αυτήν (Διάγραμμα 3).
Πιο συγκεκριμένα, η τιμή του αγελαδινού γάλακτος στην Ελλάδα κατά την περίοδο πριν την κρίση (Οκτώβριος 2006- Σεπτέμβριος 2007) ήταν κατά 21,85 % και κατά την περίοδο της κρίσης (Οκτώβριος 2007- Σεπτέμβριος 2008) κατά 21,72 % υψηλότερη της αντίστοιχης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), με τη μέση αύξηση, μεταξύ των δύο αυτών περιόδων, στην Ελλάδα και την ΕΕ να είναι ουσιαστικά ταυτόσημη, 22,5 % και 22,6 % αντίστοιχα.
Στον ίδιο Πίνακα παρουσιάζεται και η υποχώρηση, στη συνέχεια, των τιμών του αγελαδινού γάλακτος, τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στην Ελλάδα, στα προ της περιόδου κρίσης επίπεδα (Περίοδος Γ) , όταν αποκλιμακώθηκαν οι τιμές των σιτηρών, και ως εκ τούτου και αυτές των ζωοτροφών.
Πίνακας 1. Τιμές αγελαδινού γάλακτος (ευρώ/Kg) κατά τις περιόδους Α (πριν την κρίση): Οκτώβριος 2006 – Σεπτέμβριος 2007, Β (κατά τη διάρκεια της κρίσης): Οκτώβριος 2007- Σεπτέμβριος 2008 και Γ (μετά την κρίση): Οκτώβριος 2009-Σεπτέμβριος 2010, με την αντίστοιχη ποσοστιαία μεταβολή.
Η διατροφική κρίση του 2007-2008 ολοκλήρωσε τον κύκλο της, με αποτέλεσμα οι τιμές των σιτηρών, και ως εκ τούτου και αυτές των ζωοτροφών, να υποχωρήσουν. Συνέπεια αυτού, όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 1 και το Διάγραμμα 3, ήταν οι τιμές του γάλακτος, τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στην Ελλάδα, να επανέλθουν στα προ της περιόδου κρίσης επίπεδα.
Διάγραμμα 3. Εξέλιξη της τιμής του αγελαδινού γάλακτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 2007-2029. Πηγή: EU Milk Market Observatory.
Στην παρούσα φάση, τα αίτια της αύξησης των τιμών των ζωοτροφών, και κατ’ επέκταση των τροφίμων, αποδίδονται όπως και στη διατροφική κρίση 2007-2008, πρωταρχικά στη μειωμένη παραγωγή συγκεκριμένων βασικών ζωοτροφών λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών και της κλιματικής αλλαγής, στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου, κ.ά., χωρίς φυσικά να αποκλείονται πολιτικές σκοπιμότητες και ανάλογες παρεμβάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Πολλαπλασιαστής των επιπτώσεων από τα ανωτέρω είναι η πανδημία με τις αμφίσημες εκτιμήσεις που προκαλεί περί ανάπτυξης ή μη.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών οι τιμές στις ζωοτροφές παρουσίασαν σημαντική αύξηση. Ενδεικτικά στο Διάγραμμα 4 παρουσιάζεται η εξέλιξη των τιμών, από το 2015 έως το 2021, των πλέον βασικών ζωοτροφών στην Ιταλία, γειτονική μεσογειακή χώρα όπου επικρατούν ανάλογες συνθήκες στην αγορά. Από τα στοιχεία του διαγράμματος αυτού διαπιστώνεται ότι η αύξηση των δημητριακών καρπών ήταν από 40 % (κριθάρι) έως 86 % (αραβόσιτος) για την περίοδο αυτή ή 70 % και 60 % αντίστοιχα από το 2020. Για τις πρωτεϊνούχες ζωοτροφές (π.χ. σογιάλευρο, ελαιοκράμβη) οι αυξήσεις ήταν 23 % και 50 % αντίστοιχα για την περίοδο 2015 – 2021, και περί το 50 % από το 2020.
Διάγραμμα 4. Εξέλιξη των μέσων ετήσιων τιμών βασικών δημητριακών καρπών και πρωτεϊνούχων ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των γαλακτοπαραγωγών ζώων κατά την χρονική περίοδο 2015 – 2021. Πηγή : Milan Chambr of Commerce (από πάνω: κριθάρι, σογιάλευρο αραβόσιτος, ελαιοκράμβη).
Οι τιμές του γάλακτος, όπως προκύπτει από το Διάγραμμα 5 και τον Πίνακα 2, για το αγελαδινό γάλα η μέση τιμή του στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αυξήθηκε κατά 11,5 % το 2021 σε σχέση με το 2020, με την αντίστοιχη τιμή στη χώρα μας να είναι κατά 11 % υψηλότερη της Ευρωπαϊκής. Η μέση τιμή του πρόβειου γάλακτος αυξήθηκε κατά 9,4 % και του γίδινου κατά 6,6 % κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2021, ποσοστά τα οποία αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά τους επόμενους μήνες. Παρόλα αυτά όμως η μέση αύξηση των τιμών των ζωοτροφών υπολείπεται αυτής των ζωοτροφών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κτηνοτροφία.
Ο προβληματισμός που επικρατεί τόσο στον κλάδο της αγελαδοτροφίας και της προβατοτροφίας, αλλά και γενικότερα στον ευρύτερο κλάδο της αγροτικής παραγωγής και της κτηνοτροφίας, για την υψηλή άνοδο των τιμών των ζωοτροφών, είναι απόλυτα δικαιολογημένος και κατανοητός. Αξίζει όμως να προχωρήσουμε σε κάποιες διαπιστώσεις, άλλως θα οδηγηθούμε σε παρερμηνεία των χαρακτηριστικών και των επιπτώσεων του όλου φαινομένου.
Στον κλάδο του αιγοπροβείου γάλακτος σημειώθηκε στη χώρα μας, κατά τη διάρκεια των μηνών που προηγήθηκαν, σημαντική αύξηση των τιμών (Πίνακας 2). Το γεγονός αυτό προφανώς μετρίασε σε σημαντικό βαθμό τις επιπτώσεις από την αύξηση των τιμών των ζωοτροφών.

Πρέπει όμως να ληφθεί υπόψη ότι η αύξηση της τιμής του αιγοπροβείου γάλακτος που σημειώθηκε δεν ήταν αποτέλεσμα ευθυγράμμισης της ζήτησης με τις ανάγκες της αγοράς, αλλά αποτέλεσμα θεσμικών και άλλων δυσλειτουργιών της αγοράς, που ήλθαν στο προσκήνιο και προκάλεσαν αιφνίδια ζήτηση αιγοπροβείου γάλακτος όπως για παράδειγμα η εκτενής δημοσιότητα σχετικά με παραβατικές πρακτικές ως προς την παραγωγή της Φέτας, η εντατικοποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών που ακολούθησε, η ιχνηλασιμότητα του εισαγόμενου γάλακτος, η ανάγκη αναζήτησης ποσοτήτων αιγοπροβείου γάλακτος για κάλυψη ελλειμματικών ισοζυγίων από πλευράς συγκεκριμένων εταιρειών/τυροκομείων, κ.ά. Όμως, για να μην περιοριστούμε μόνο στα αρνητικά αίτια, αξίζει να μνημονεύσουμε και τη σημαντική αύξηση εξαγωγών φέτας, για την οποία πασχίζει επί δεκαετίες ο κλάδος.
Παράλληλα, οφείλουμε να τονίσουμε ότι τα προηγούμενα χρόνια οι εξαιρετικά χαμηλές τιμές διάθεσης του αιγοπροβείου γάλακτος δεν κάλυπταν ούτε το κόστος παραγωγής, με συνέπεια τη απειλή συρρίκνωσης του ζωικού κεφαλαίου και της παραγόμενης ποσότητας γάλακτος.
Πίνακας 2. Εξέλιξη της τιμής του πρόβειου και του γίδινου γάλακτος στην Ελλάδα, 2020-2021. Πηγή ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ.
Αντίθετα, στο χώρο του αγελαδινού γάλακτος στην Ελλάδα, κατά την ίδια περίοδο, δεν σημειώθηκε εμφανής μεταβολή των τιμών. Συνεπώς οι αυξήσεις στο αιγοπρόβειο γάλα, χρονικά δεν ταυτίστηκαν με αυτές στο αγελαδινό. Αν και στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι τιμές αγελαδινού γάλακτος εμφάνισαν σταθερά αυξητική τάση κατά το 2021 (Διάγραμμα 5), στη χώρα μας αύξηση τιμών στο αγελαδινό γάλα εμφανίστηκε δειλά από τον Σεπτέμβριο (Πίνακας 2), ενώ οι εξελίξεις αποκτούν σημαντικότερη διάσταση μόλις κατά τους δύο τελευταίους μήνες (Νοέμβριο και Δεκέμβριο). Βασική αιτία φαίνεται να είναι η σημαντική αύξηση της τιμής του εισαγόμενου γάλακτος, ως αποτέλεσμα αύξησης των τιμών παραγωγού στις χώρες μέλη της Ε.Ε. αλλά και της δραματικής αύξησης του κόστους των logistics, στην οποία συνέβαλε και η πανδημία.
Διάγραμμα 5. Εξέλιξη της τιμής του αγελαδινού γάλακτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 2018-2021. Πηγή: EU Milk Market Observatory.
Πίνακας 3. Εξέλιξη της τιμής του αγελαδινού γάλακτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα, 2020-2021. Πηγή EU Milk Market Obserbatory, ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ.
Δεν πρέπει όμως, επίσης, να διαφεύγει της προσοχής μας ότι η άνοδος της τιμής του αγελαδινού και αιγοπροβείου γάλακτος μεταφέρεται τελικά στον καταναλωτή, ο οποίος αντιδρά με μείωση της κατανάλωσης των γαλακτοκομικών προϊόντων, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, γεγονός που επηρεάζει πάλι αρνητικά τις τιμές πώλησής του από τον παραγωγό στη βιομηχανία. Γι αυτό, αυτό που συνιστάται είναι η αυτοσυγκράτηση από όλες τις πλευρές, παραγωγών και βιομηχανίας, για ένα τουλάχιστον εύλογο χρονικό διάστημα, μέχρις ότου μειωθούν ή και παύσουν οι αναταράξεις αυτές των τιμών της αγοράς και αποκατασταθεί το κλίμα της σταθερότητας και κανονικότητας, με την ευχή βέβαια αυτή η κανονικότητα να αποκατασταθεί το συντομότερο δυνατόν.
Η διατροφική κρίση βρίσκεται σήμερα στη λογαριθμική φάση ανάπτυξής της. Αργά ή γρήγορα (οι κρίσεις αυτές ιστορικά διαρκούν 18-24 μήνες), θα φθάσει στο μέγιστό της και στη συνέχεια σταδιακά θα αποκλιμακωθεί, διαμορφώνοντας μια νέα κατάσταση ισορροπίας. Όταν συμβεί αυτό, κάποιες κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν, δεν θα βρίσκονται σε λειτουργία.
Όμως οι κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις που θα έχουν εστιάσει στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους και στην αύξηση της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας των παραγωγικών δεικτών τους, θα έχουν ενισχύσει τη θέση τους, έχοντας μάλιστα αποκαταστήσει την απώλεια γάλακτος ή και έχοντας αυξήσει τη συνολική γαλακτοπαραγωγή της χώρας. Αυτή τη στιγμή απαιτείται από όλους τους εμπλεκόμενους σύνεση και νηφαλιότητα, ώστε να αποφευχθούν σπασμωδικές κινήσεις που θα δυσκολέψουν και θα καθυστερήσουν την επιστροφή σε μια βιώσιμη κανονικότητα.
Σε κάθε περίπτωση είναι ιδιαίτερα σημαντικός ο ρόλος που καλούνται να παίξουν τα θεσμικά όργανα, με προεξάρχοντα τον ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, εξασφαλίζοντας ισότιμους όρους στους κανόνες του παιχνιδιού, όπως επίσης και η Διεπαγγελματική Οργάνωση της Φέτας, που ξεπερνώντας τις όποιες διοικητικές δυστοκίες, οφείλει να λάβει τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις που τής αναλογούν, και τις οποίες ο κλάδος της τυροκομίας επί σειρά δεκαετιών προσδοκά.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
FAO Food Price Index’ , FAO. Retrieved 2/5/2017
FAO, State of Food Insecurity in the World (http://www.fao.org/SOF/sofi)
IFCN Dairy Research Network, 2015. (www.ifcndairy.org)
* Ο Γεώργιος Ζέρβας είναι Ομότιμος Καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών του οποίου υπήρξε και πρύτανης, και Πρόεδρος Ελληνικής Γεωργικής Ακαδημίας. Στο παρελθόν υπήρχε πρόεδρος στην Ελληνική Ζωοτεχνική Εταιρεία. Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο περιοδικό Dairy News No28, Φεβρουάριος 2022.