Κωνσταντίνος Τσατσουλής: «Χωρίς παραγωγή, τι θα φάει ο κόσμος;»
Το Dairy News συνομιλεί με τον νεαρό επαγγελματία από το 'Αγρόκτημα Βυτίνας'
Ο υπεύθυνος πωλήσεων στην εταιρία Αγρόκτημα Βυτίνας είναι ένα νέο παιδί, μόλις 22 ετών, το οποίο δεν έχει ακόμα ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο ! Κι όμως, παρά το νεαρό της ηλικίας του είναι ήδη τέταρτη γενιά στην παραγωγή και βλέπει το αύριο με τη θετική ματιά κάθε νεοεισερχόμενου αλλά κουβαλώντας στις πλάτες του μια σπουδαία παράδοση δεκαετιών.
Συνέντευξη & φωτογραφίες: Θανάσης Αντωνίου
Η εταιρία Αγρόκτημα Βυτίνας ιδρύθηκε το 1958 όταν ο παππούς του συνομιλητή μας, κτηνοτρόφος στο επάγγελμα αποφάσισε να ασχοληθεί και με τη τυροκομία. «Από τότε το τυροκομείο άλλαξε τρεις φορές τοποθεσία κυρίως επειδή μεγάλωνε και αναζητούσε χώρο αλλά κι επειδή εκσυγχρονίστηκε, βιομηχανοποιώντας στην πορεία την παραγωγή του. Η δυναμικότητά του είναι πάνω από 20 τόνους την ημέρα» μας λέει ο Κ. Τσατσουλής για το τυροκομείο το οποίο παράγει φέτα, γραβιέρες, μυζήθρες, γιαούρτι, τυρί για σαγανάκι κ.ά. μια παραγωγή που ξεπερνάει τους 200 τόνους τον χρόνο.
Το τυροκομείο συνεργάζεται με δίκτυο άνω των 150 παραγωγών γάλακτος από την Αρκαδία, την Ηλεία, την Αττική κ.ά. και οι τιμές που αγοράζει αυτό το διάστημα κυμαίνονται από 1,20 μέχρι 1,25 ευρώ το λίτρο. «Θα ήταν μια καλή τιμή για τους κτηνοτρόφους αν δεν είχαμε το πρόβλημα με την αύξηση της τιμής των ζωοτροφών, των πρώτων υλών κ.ά. Ο πόλεμος έχει κλείσει τις αγορές σε κάποιες χώρες. Τουλάχιστον υπάρχει αυτή τη στιγμή επάρκεια γάλακτος στην αγορά» μας εξηγεί διευκρινίζοντας ότι ουδέποτε ενδιέφερε την εταιρία του να εισάγει γάλα από το εξωτερικό, να αξιοποιήσει αγελαδινό γάλα για παραγωγή λευκών τυριών κ.λπ.

Η ώρα των νέων
Ο ίδιος μάλιστα υποστηρίζει ότι απέναντι στις καταστάσεις που διαμορφώνονται, κτηνοτρόφοι και τυροκόμοι πρέπει να βρεθούν στο ίδιο ‘στρατόπεδο’, να δημιουργήσουν συνεργασίες, να υποστηρίξουν τις υφιστάμενες ζώνες γάλακτος, να μειώσουν από κοινού τα κοστολόγια με αγορές ζωοτροφών και κτηνοτροφικού εξοπλισμού κ.ά.
Υπάρχουν όμως νέοι ‘συνεννοήσιμοι’ κτηνοτρόφοι. «Η αλήθεια είναι ότι βλέπουμε νέους κτηνοτρόφους που αναδεικνύονται μέσα από κτηνοτροφικές οικογένειες και θεωρώ ότι υπάρχει μέλλον, εφόσον όμως οι άνθρωποι αυτοί τύχουν υποστήριξης. Πρέπει να βγάζουν ένα εισόδημα, να έχουν το κίνητρο να συνεχίσουν και να ψάχνονται συνεχώς με καινούργια πράγματα. Οι παλαιότερες γενιές πρέπει να εμπιστευτούν τους νεώτερους, να ακούσουν αυτά που έχουν να τους πουν, να μην τους ‘τραβάνε’ πίσω. Να υιοθετούν τις καινοτόμες ιδέες που φέρνουν συνήθως τα νέα παιδιά στην πρωτογενή παραγωγή. Να μπορέσει ο νέος να δείξεις τα αποτέλεσμα των προσπαθειών του…» μας λέει με έναν τόνο ενθουσιασμού για τη γενιά του ο νεαρός τυροκόμος ο οποίος πολύ σύντομα θα αποφοιτήσει με πτυχίο ζωοτέχνη από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο ενώ έχει ήδη λάβει πτυχίο από την Αμερικανική Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκης.
Μετά την πανδημία
Αν και νέος στον κλάδο, ο Κ. Τσατσουλής πρόλαβε να ζήσει τις επιπτώσεις της πανδημίας στην παραγωγή ενώ σήμερα είναι κι αυτός αντιμέτωπος με τα απόνερα του πολέμου στην Ουκρανία. Το Dairy News δεν χάνει την ευκαιρία να τον ρωτήσει για τις εμπειρίες αυτές που σημαδεύουν τη νιότη του. «Αυτό που διαπίστωσα κατά τη διάρκεια της πανδημίας είναι ότι οι ‘αληθινοί’ τυροκόμοι έμειναν στην αγορά ενώ αρκετές εταιρίες φασόν αντιμετώπισαν προβλήματα. Εμείς καταφέραμε να αυξήσουμε τις πωλήσεις μας. Πολύς κόσμος έμεινε στα σπίτια του και έτρωγε. Η horeca δεν πήγε καλά, χάσαμε κάποια χρήματα από εκεί γιατί είχαμε πελατολόγιο σε Πελοπόννησο και Αττική. Δούλεψε όμως η λιανική σε κρεοπωλεία, μπακάλικα, σουπερμάρκετ και ντελικατέσεν…» θυμάται ο συνομιλητής μας.
«Δυστυχώς μερικές φορές ο Έλληνας καταναλωτής προτιμάει να δώσει 8 ευρώ για δύο καφέδες κι όχι 8 ευρώ για να αγοράσει για το σπίτι του ένα κιλό ποιοτική φέτα»
Το τυροκομείο λειτουργεί τα τελευταία 10 χρόνια εκσυγχρονισμένο αλλά η ανάγκη για επέκταση σε γαλακτοκομικά προϊόντα (πέρα από το γιαούρτι που παράγει μέχρι σήμερα), επιβάλει κατά κάποιο τρόπο ένα νέο γύρο εκσυγχρονισμού ο οποίος είναι στα σχέδια της εταιρίας για το επόμενο διάστημα. Η εμφιάλωση γάλακτος δεν είναι μέσα στα σχέδια του Αγροκτήματος Βυτίνας, από την άλλη οι εξαγωγές είναι ένα στοίχημα που ο Κ. Τσατσουλής θέλει να κερδίσει, διατηρώντας όμως κάποιες επιφυλάξεις κυρίως λόγω κάποιων μη θετικών συνεργασιών στο πρόσφατο παρελθόν.
Η εγχώρια αγορά αποτελεί προτεραιότητα καθώς τα προϊόντα του Αγροκτήματος Βυτίνας, χύμα και συσκευασμένα, διανέμονται ήδη στις αλυσίδες ΜΕΤΡΟ και 362, σε πολλά ντελικατέσεν,. «Βλέπουμε πως η αγορά κινείται προς το συσκευασμένο προϊόν, τόσο για λόγους ασφάλειας μετά την πανδημία του κορωνοϊού, όσο και λόγω του γεγονότος ότι το μεγάλο λιανεμπόριο θέλει να μειώσει το προσωπικό στα καταστήματα, ενώ κάποιο ρόλο παίζουν και η φύρα, τα λάθος κοψίματα στον πάγκο κλπ.».
Η παρουσία των ελληνικών τυριών στην τουριστική αγορά είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τον νεαρό τυροκόμο από την Αρκαδία που περιμένει κι αυτός να δει τη διείσδυσή τους να αυξάνεται. «Είναι κρίμα να καταφεύγουν οι ξενοδόχοι σε υποκατάστατα της φέτας και να τα προσφέρουν στους πελάτες τους και αναφέρομαι σε ένα οποιοδήποτε λευκό τυρί από αγελαδινό γάλα. Τη στιγμή μάλιστα που είναι τόσο απαιτητική η αγορά σε άλλα προϊόντα όπως πχ. ο καφές που τον χρυσοπληρώνει ο καταναλωτής» μας λέει ο Κ. Τσατσουλής και σχολιάζει δηκτικά: «Δυστυχώς έτσι λειτουργεί μερικές φορές ο Έλληνας: προτιμάει να δώσει 8 ευρώ για δύο καφέδες κι όχι 8 ευρώ για να γευτεί στο σπίτι του ένα κιλό από μια ποιοτική φέτα».

Το μέλλον της φέτας
Ο Κωνσταντίνος Τσατσουλής δεν έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με τις εξελίξεις στον χώρο της φέτας και των ενεργειών που έχουν γίνει (ή δεν έχουν γίνει…) από τη Διεπαγγελματική Οργάνωση Φέτας για την προστασία της στις διεθνείς αγορές, πιστεύει όμως ακράδαντα ότι ακόμα κι αν επιχειρηθεί στο εξωτερικό η παραποίηση του ονόματος, κανένας δεν μπορεί να επιτύχει την ποιότητα που παράγουν οι Έλληνες τυροκόμοι της φέτας. «Με απασχολεί ασφαλώς η πίεση που δέχεται η φέτα διεθνώς και δεν σας κρύβω ότι τρομάζω μερικές φορές από τις εξελίξεις διότι αυτό το προϊόν είναι το μέλλον μας και ως εταιρία αλλά και ως κλάδος. Είναι το μέλλον της ελληνικής κτηνοτροφίας. Πρέπει να ‘τρέξουμε’, να τους ‘ενοχλήσουμε’ για την προστασία της φέτας» μας λέει με ένταση.
Ο συνομιλητής μας έχει σε γενικές γραμμές θετική γνώμη για την πολιτική ελέγχων που πραγματοποιούν οι δημόσιες υπηρεσίες. Όπως υποστηρίζει μάλιστα: «Νιώθουμε τον έλεγχο, όχι αυστηρό, αλλά οπωσδήποτε γίνονται έλεγχοι. Θεωρώ ότι πρέπει να γίνονται και νομίζω ότι γίνονται για το καλό όλων μας. Για την ποιότητα των προϊόντων μας. Από την άλλη, οι απαιτήσεις της πολιτείας από εμάς θα πρέπει να είναι τέτοιες που να μπορεί ο μέσος παραγωγός να τις υλοποιεί και να τις τηρεί. Να μην είναι δηλαδή εξοντωτικές, να μην οδηγούν στο κλείσιμο μονάδων. Να δίνονται εύλογες προθεσμίες, να σχεδιάζονται προγράμματα, να ασχοληθεί το κράτος μαζί μας». Αιτήματα που τα έχουν διατυπώσει αρκετές φορές, πολλοί τυροκόμοι πριν από τον συνομιλητή μας αλλά παραμένουν πάντα επίκαιρα. Όσο για τα προγράμματα, ο Κ. Τσατσουλής ζητάει καλύτερη, με την έννοια της πιο στοχευμένης, διαχείρισης των κονδυλίων που ούτως ή άλλως δαπανώνται στον κλάδο.
Κλείνουμε τη συζήτησή μας με τον Κωνσταντίνο Τσατσουλή, τον υπεύθυνο πωλήσεων του Αγροκτήματος Βυτίνα, ζητώντας του μια συνολική αποτίμηση της αξίας του να είναι κανείς στις μέρες μας τυροκόμος.
«Το ερώτημα που τίθεται – κι αυτές τις ημέρες αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία- είναι το τι θα φάει ο κόσμος αν δεν υπάρχει πρωτογενής παραγωγή. Αυτή τη στιγμή όλο και περισσότεροι επενδύουν στο τρόφιμο. Η πρωτογενή παραγωγή στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή δεν καλύπτει τη ζήτηση. Το βλέπουμε με την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στις ζωοτροφές. Γιατί λοιπόν να μην ασχοληθεί κάποιος με την παραγωγή τροφίμων; Γιατί να καταφεύγουμε μονίμως στις εισαγωγές; Είναι δύσκολος τομέας η παραγωγή, ειδικά το γάλα, αλλά θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά σημαντικός για το μέλλον» μας λέει με νόημα.
