Το Μανιφέστο του Safe Food Advocacy Europe -εν όψει των ευρωεκλογών του 2024- περιλαμβάνει 10 βασικές προτεραιότητες που πρέπει να αντιμετωπιστούν και να καθορίσουν τις μελλοντικές πολιτικές της Ε.Ε. για τα τρόφιμα.
Ο φορέας -εν όψει των ευρωεκλογών- καλεί τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής από όλα τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε., να διασφαλίσουν ότι η υγεία και οι ανησυχίες των καταναλωτών, παραμένουν στον πυρήνα της μελλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ για τα τρόφιμα.
Μαζί με τα μέλη του από όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, το SAFE έχει προσδιορίσει 10 βασικές προτεραιότητες που πρέπει να αντιμετωπιστούν και να οδηγήσουν τις μελλοντικές πολιτικές της Ε.Ε. για τα τρόφιμα, ακολουθώντας μια οριζόντια και πολυμερή προσέγγιση.
1) Όχι παραπλανητικές ετικέτες για τους καταναλωτές
Οι καταναλωτές πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν συνειδητές επιλογές. Είναι σημαντικό να τους παρέχονται ακριβείς πληροφορίες, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι ετικέτες είναι σαφείς και κατανοητές και δεν ενθαρρύνουν συμπεριφορές που θα μπορούσαν να είναι επιβλαβείς για την υγεία τους.
Το SAFE ζητά να χρησιμοποιούνται μεγαλύτερα μεγέθη γραμματοσειράς στη συσκευασία, τόσο για συσκευασμένα όσο και για χύμα υλικά. Τα πρόσθετα πρέπει να επισημαίνονται με σαφήνεια με το πλήρες όνομά τους και όχι με ακρωνύμια και συνώνυμα. Οι ετικέτες δεν πρέπει να περιλαμβάνουν ισχυρισμούς που ενδέχεται να προωθούν ανθυγιεινά, εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα. Η προέλευση των συστατικών πρέπει να είναι ξεκάθαρη, ακόμη και σε τρόφιμα πολλαπλών πηγών.
2) Σαφής διάκριση μεταξύ φυσικών και συνθετικών συστατικών στα τρόφιμα
Οι καταναλωτές συχνά παραπλανούνται σε πληροφορίες σχετικά με τις ιδιότητες των προϊόντων διατροφής, ειδικά όταν πρόκειται για την προέλευση των συστατικών τους. Είναι απαραίτητο οι ετικέτες να διαφοροποιούνται όταν τα συστατικά ενός προϊόντος είναι φυσικής ή συνθετικής προέλευσης. Είναι σημαντικό τα προϊόντα που χρησιμοποιούν συνθετικά συστατικά, να μην χρησιμοποιούν ισχυρισμούς για ιδιότητες που δεν ανήκουν σε αυτά, όπως το «πλήρως φυσικό».
Το SAFE ζητά την υποχρεωτική διαφοροποίηση των φυσικών και συνθετικών συστατικών στις ετικέτες των τροφίμων. Επιπλέον, η νομοθεσία της Ε.Ε. θα πρέπει να απαγορεύσει τη χρήση του όρου «φυσικό» σε προϊόντα που παράγονται με χημική σύνθεση, σύνθεση διεργασιών ή γενετική μηχανική.
3) Πιο υγιεινά περιβάλλοντα διατροφής για όλους
Τα ανθυγιεινά διατροφικά περιβάλλοντα συμβάλλουν σε δυσμεταβολικές ασθένειες σε παιδιά και εφήβους. Ειδικότερα, οι στρατηγικές μάρκετινγκ στο κατάστημα (που χρησιμοποιούνται από τους λιανοπωλητές για την προώθηση της αγοράς προϊόντων υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, σε ζάχαρη, σε αλάτι, όπως και υπερεπεξεργασμένων προϊόντων) οδηγούν σε αύξηση των μη μεταδοτικών ασθενειών (όπως ο διαβήτης και οι καρδιαγγειακές παθήσεις), αλλά και ασθένειες που σχετίζονται με άλλα τρόφιμα, όπως η παχυσαρκία. Η έννοια του «διατροφικού περιβάλλοντος» αναφέρεται στο φυσικό, οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικο-πολιτιστικό πλαίσιο, στο οποίο οι άνθρωποι ασχολούνται με το σύστημα τροφίμων για να λάβουν αποφάσεις σχετικά με την απόκτηση, την προετοιμασία και την κατανάλωση τροφής.
Το SAFE ζητά αυστηρότερους κανονισμούς για την εμπορία προϊόντων διατροφής, τόσο στα ράφια όσο και στο διαδίκτυο, απαγορεύοντας την προώθηση προϊόντων υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, ζάχαρη και αλάτι (HFSS) σε ευάλωτα άτομα, όπως τα παιδιά και οι έφηβοι. Το SAFE συνιστά επίσης τη μείωση των περιττών ποσοτήτων ζάχαρης, αλατιού και λίπους στα τρόφιμα, χωρίς να καταφεύγουμε σε συνθετικές ή χημικές εναλλακτικές λύσεις ή σε πρακτικές υπερεπεξεργασίας. Επιπλέον, το SAFE ζητά να αναγνωριστεί η παχυσαρκία ως ασθένεια, ώστε οι ασθενείς να μπορούν να διαγνωστούν νωρίτερα και να υποστηριχθούν καλύτερα.
4) Εφαρμογή των υψηλότερων προτύπων ασφαλείας της Ε.Ε.
Οι προσμείξεις των τροφίμων είναι οποιεσδήποτε επιβλαβείς ουσίες που προστίθενται ακούσια στα τρόφιμα, οι οποίες μπορεί να είναι χημικές ουσίες από φυσικές πηγές, ρύπανση του περιβάλλοντος ή να σχηματίζονται κατά την επεξεργασία των τροφίμων. Ενδέχεται να θέτουν σε υψηλό κίνδυνο την υγεία των καταναλωτών, οι οποίοι συχνά δεν γνωρίζουν την παρουσία αυτών των ουσιών σε κοινά προϊόντα διατροφής. Δυστυχώς, οι εκτιμήσεις κινδύνου για αυτούς τους ρύπους βασίζονται συχνά μόνο σε ανεπαρκή δεδομένα, τα οποία παρέχονται κυρίως από τους ίδιους τους κατασκευαστές προϊόντων.
Το SAFE ζητά ένα εναρμονισμένο και ενισχυμένο σύστημα ελέγχου ασφάλειας της Ε.Ε. -τόσο για τα τρόφιμα όσο και για τα προϊόντα ζωοτροφών- σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, ενισχύοντας έτσι την προστασία της υγείας του ανθρώπου, των ζώων και του περιβάλλοντος. Το SAFE ζητά τον εντοπισμό νέων παραγόντων μόλυνσης του εδάφους και των υδάτων, όπως τα μικροπλαστικά και τα νανοπλαστικά που υπάρχουν ήδη στο έδαφος και το νερό, τα φυτοφάρμακα και τα αντιβιοτικά.
5) Βελτίωση των αξιολογήσεων κινδύνου για νέα τρόφιμα και πρόσθετα τροφίμων
Η ασφάλεια των νέων τροφίμων και προσθέτων, πρέπει πρώτα να αξιολογηθεί από τις ρυθμιστικές αρχές, πριν εγκριθούν στην αγορά της Ε.Ε. Ωστόσο, οι αξιολογήσεις κινδύνου για νέα τρόφιμα και πρόσθετα τροφίμων, συχνά βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε δεδομένα που παρέχονται από τους κατασκευαστές τους, επηρεάζοντας έτσι τις αξιολογήσεις.
Το SAFE απαιτεί η έλλειψη επαρκών, πλήρων και ανεξάρτητων δεδομένων, να αποτελεί λόγο για την εφαρμογή της αρχής της προφύλαξης, που δικαιολογεί την ανάκληση ή τη μη χορήγηση άδειας εισόδου του νέου τρόφιμου ή πρόσθετου στην αγορά της .ΕΕ.
6) Προώθηση της ένταξης των τροφίμων, προστασία της αγοραστικής δύναμης
Η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών συχνά μειώνεται, επηρεάζοντας την ικανότητά τους να αγοράζουν φρέσκα και υγιεινά τρόφιμα. Οι εμπορικές πολιτικές που δεν μειώνουν το τελικό κόστος των προϊόντων διατροφής, ακόμη και όταν το κόστος παραγωγής έχει μειωθεί, πρέπει να θεωρούνται αθέμιτη πρακτική.
Το SAFE ζητά την προστασία της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αγοράζουν φρέσκα και υγιεινά τρόφιμα. Είναι υψίστης σημασίας η καταπολέμηση των αθέμιτων πρακτικών τιμολόγησης που βλάπτουν τους καταναλωτές. Εάν η τιμή ενός προϊόντος διατροφής έχει αυξηθεί -ως αποτέλεσμα των αυξήσεων των τιμών των πρώτων υλών ή του κόστους παραγωγής- πρέπει να διασφαλιστεί ότι όταν το κόστος αυτό στη συνέχεια μειωθεί ή ομαλοποιηθεί, οι τιμές του τελικού προϊόντος προσαρμόζονται επίσης.
7) Βελτίωση της καταπολέμησης της απώλειας και σπατάλης τροφής
Οι καταναλωτές διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη μείωση της σπατάλης τροφίμων στα νοικοκυριά. Ωστόσο, δεν μπορεί να αγνοηθεί ο σημαντικός ρόλος των οικονομικών παραγόντων στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων (πωλητές λιανικής, υπηρεσίες τροφίμων, κατασκευαστές). Περιβάλλοντα αγορών που ενισχύουν καλύτερες συνήθειες αγορών, σαφέστερη σήμανση ημερομηνίας και προγραμματισμό γευμάτων, θα συνέβαλαν στη μείωση των απορριμμάτων.
Το SAFE καλεί για ευρύτερη προώθηση όλων των καλών πρακτικών που συμβάλλουν στη μείωση της σπατάλης τροφίμων, υποστηρίζοντας τους καταναλωτές να υιοθετήσουν βιώσιμες συμπεριφορές αγορών και κατανάλωσης, για να εξοικονομήσουν τρόφιμα κατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση. Ειδικότερα, οι ευρωπαϊκές πόλεις θα πρέπει να εφαρμόσουν υποχρεωτικά μέτρα για την πρόληψη ή -σε έσχατη περίπτωση- την αξιοποίηση της σπατάλης οικιακών τροφίμων.
Επιπλέον, τα κράτη μέλη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να ωθήσουν τους καταναλωτές να μειώσουν τη σπατάλη τροφίμων, προωθώντας τη δημιουργία και τη διάδοση εκπαιδευτικών μαθημάτων (π.χ. σε σχολεία και χώρους εργασίας). Όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να υιοθετήσουν νομοθετικά εργαλεία που να ευνοούν αποτελεσματικά τις δωρεές τροφίμων, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία.
8) Δημιουργία βιώσιμων συστημάτων τροφίμων
Τα συστήματα τροφίμων είναι πολύπλοκα και πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή. Ωστόσο, η οικοδόμηση της βιωσιμότητας στις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και υγειονομικές πτυχές των συστημάτων τροφίμων είναι πρωταρχικής, επείγουσας σημασίας. Ο αντίκτυπος των βιώσιμων συστημάτων τροφίμων πρέπει να εξεταστεί, ελέγχοντας τόσο την προέλευση των προϊόντων διατροφής όσο και τον ίδιο τον τρόπο με τον οποίο παράγονται. Η αποτελεσματική βιωσιμότητα συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, συστήματα τροφίμων όπου η παραγωγή και η κατανάλωση τροφίμων δεν οδηγούν σε ρύπανση ή αναξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης.
Το SAFE ζητά δράσεις πολιτικής και μηχανισμούς επιβολής για τη διασφάλιση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας των συστημάτων τροφίμων και την ενσωμάτωση της πολιτικής εμπορίου τροφίμων της Ε.Ε., σε έναν κοινωνικά και περιβαλλοντικά ασφαλή χώρο λειτουργίας. Αυτό περιλαμβάνει εκτιμήσεις για την ενέργεια και τον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για την παραγωγή, μεταφορά, επεξεργασία, μετατροπή και αποθήκευση τροφίμων, για την προστασία της βιοποικιλότητας, την αποφυγή της ρύπανσης του περιβάλλοντος στο σύνολό της και τη διαφύλαξη της αξιοπρέπειας των ανθρώπων σε όλα τα στάδια της τροφικής αλυσίδας
9) Ενίσχυση των προτύπων καλής μεταχείρισης των ζώων
Αν και η αναθεώρηση της νομοθεσίας για την καλή διαβίωση των ζώων μπορεί να αποτελέσει πρόκληση για την Ε.Ε., θα είναι ένα κρίσιμο βήμα προς την προστασία της καλής διαβίωσης των ζώων.
Το SAFE προτρέπει για αναθεώρηση των κανόνων για τη μεταφορά ζώων, τις πρακτικές σφαγής και τις συνθήκες στέγασης, τονίζοντας τη σημασία καλύτερων συνθηκών διαβίωσης για τα εκτρεφόμενα ζώα, επαρκούς χώρου, καθαρού νερού, θρεπτικών τροφίμων και αυστηρής επιβολής των προτύπων καλής διαβίωσης των ζώων. Η νέα νομοθεσία πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα για τη βελτίωση των προτύπων καλής μεταχείρισης των ζώων και τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενσωματώσουν την παρακολούθηση, ως μέρος των ετήσιων και έκτακτων σχεδίων ελέγχου της ασφάλειας των τροφίμων.
10) Βελτίωση των πληροφοριών σχετικά με την καταλληλότητα των τροφίμων
Οι καταναλωτές με συγκεκριμένες διατροφικές ανάγκες ενδέχεται να αναζητήσουν προϊόντα διατροφής που δεν έχουν ακόμη ρυθμιστεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, γεγονός που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία τους. Για παράδειγμα, πολλοί καταναλωτές με αλλεργίες σε ζωικές πρωτεΐνες καταναλώνουν vegan ή χορτοφαγικά προϊόντα. Η απουσία ευρωπαϊκών κανόνων που να καθορίζουν αυτά τα προϊόντα έχει, επίσης, οδηγήσει σε σοβαρές περιπτώσεις αναφυλακτικής καταπληξίας, ακόμη και θανάτους μεταξύ αυτών των καταναλωτών.
Ως εκ τούτου, το SAFE ζητά έναν σαφή και εναρμονισμένο ορισμό της ΕΕ για τα χορτοφαγικά και vegan προϊόντα.