Βαγγέλης  Χρυσαφούδης: «Να κρατήσουμε την αγελαδοτροφία. Τη χρειαζόμαστε!»

Μιλάμε με τον επιχειρηματία στον χώρο της εμπορίας ζώων

Ο Βαγγέλης Χρυσαφούδης με τον αδελφό του Ιωάννη εμπορεύονται εδώ και δύο δεκαετίες παραγωγικά ζώα που προέρχονται ως επί το πλείστον από την Γερμανία και με βάση αυτή τη δραστηριότητά τους έχουν μια συνολική εποπτεία του κλάδου ζωικής παραγωγής την οποία μοιράζονται με το περιοδικό μας.

 

Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με τον Βαγγέλη Χρυσαφούδη για την κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην ευρωπαϊκό και τον ελληνικό κτηνοτροφικό κλάδο. Η εταιρεία τους, η οποία ιδρύθηκε το 2004 δραστηριοποιείται πανευρωπαϊκά (κι όχι μόνο…) και οι κύριες αγορές των ζώων που εμπορεύονται είναι η Ρωσία, η Ελλάδα, η Τουρκία, ο Λίβανος (παλαιότερα) κ.ά.

Η συζήτησή μας ξεκίνησε με μια αναδρομή στις μέρες της πανδημίας του κορωνοϊού οι οποίες ήταν δύσκολες για το εμπόριο ζώντων ζώων. Ο Βαγγέλης Χρυσαφούδης αναλαμβάνει να μας εξηγήσει το πώς τις βίωσε: «Οι περισσότεροι πελάτες ήθελαν και θέλουν να βλέπουν τα ζώα που σκοπεύουν να αγοράσουν – το θέλουμε κι εμείς αυτό- καθώς πρόκειται για ζώα που θα ενταχθούν στην παραγωγή τους, ζώα που θα μείνουν στα χέρια τους για αρκετά χρόνια. Ο περιορισμός των ταξιδιών δυσκόλεψε τη δουλειά μας» θυμάται σήμερα.

Μεταβολές στην αγορά

Και σαν να μην έφτανε η πανδημία, ακολούθησε ο πόλεμος στην Ουκρανία που έκανε ακόμα πιο δύσκολες απ’ ό τι ήταν πριν τις εμπορικές σχέσεις με την Ρωσία- η αγορά της Ρωσίας αποτελεί προνομιακό πελάτη για τα αδέλφια Χρυσαφούδη. «Στέλναμε μεγάλο αριθμό ζώων στην Ρωσία, επομένως ο πόλεμος μας ζόρισε αρκετά. Η κόντρα με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και οι πιέσεις των φιλοζωικών οργανώσεων έχει δυσκολέψει  περισσότερο τη δουλειά» σχολιάζει ο συνομιλητής μας.

Όσο αφορά το εμπόριο και τις συναλλαγές με χώρες όπως η Τουρκία και ο Λίβανος εκεί υπάρχει η πάγια δυσπιστία των ευρωπαϊκών θεσμών όσο αφορά το εάν και κατά πόσο τηρούνται οι αυστηρές νομοθεσίες της ΕΕ- είναι άλλωστε γνωστό ότι η Ευρωπαϊκή Κτηνιατρική Επιτροπή δεν έχει ευθύνη σε τρίτες, μη κοινοτικές χώρες σε ζητήματα όπως η τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων,  των στάσεων, η εξεύρεση ‘ξενοδοχείων’ για ζώα κατά τη διάρκεια της διαδρομής κ.ά.


Το ελαιοτριβείο των αδελφών Χρυσαφούδη  εδρεύει στην Καβάλα ενώ η ζωοεμπορική εταιρεία τους  έχει από το 2015 έδρα την Γερμανία.  Οι ίδιοι θεωρούν πως η δεύτερη αυτή δραστηριότητα πρέπει να ‘επιστρέψει’ κάποια στιγμή στην πατρίδα τους.

Ζητάμε από τον Β. Χρυσαφούδη να μας περιγράψει την κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην ελληνική αγορά. «Με τις τιμές που υπάρχουν στο γάλα, θα έπρεπε οι κτηνοτρόφοι να κάνουν ‘πανηγύρι’ αγορών αλλά δεν είναι έτσι διότι τα συνολικά κόστη της ζωικής εκμετάλλευσης έχουν αυξηθεί τόσο πολύ που βλέπεις ότι φοβούνται να επενδύσουν σε ζωικό κεφάλαιο και να αυξήσουν την παραγωγή τους σε γάλα» μας λέει. Μας μεταφέρει όμως την αίσθηση που αποκόμισε από την Zootechnia 2023 κατά τη διάρκεια της οποίας συναντήθηκε με δεκάδες αν όχι εκατοντάδες κτηνοτρόφους: αν και υπάρχει διάχυτη απαισιοδοξία, η γνώμη αρκετών είναι ότι η αύξηση της τιμής του γάλακτος καλύπτει την αύξηση του κόστους.

Ο συνομιλητής μας θεωρεί ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων οι μικροί κτηνοτρόφοι ‘εξαφανίζονται’ ενώ οι μεγάλοι μεγαλώνουν περεταίρω. «Υπήρχαν πολλές μονάδες από τις οποίες λαμβάναμε μέρα παρά μέρα περίπου 200 λίτρα γάλα και ορισμένες μονάδες που παρήγαγαν μέχρι 5-7 τόνους την ημέρα – όταν συναντούσαμε μονάδα με 10 τόνους ημερησίως τη θεωρούσαμε ‘τεράστια’- και σήμερα υπάρχουν μονάδες που παράγουν 20-30 τόνους την ημέρα. Οι μικροί εξαφανίστηκαν…» μας λέει με έντονο σκεπτικισμό.

Σπεύδει όμως να διευκρινίσει αυτό πως  δεν  το μόνο αυτό το μοντέλο ανάπτυξης της γαλακτοπαραγωγής καθώς, όπως μας εξηγεί ο Β. Χρυσαφούδης, στην Γερμανία υπερισχύει ακόμα το οικογενειακό μοντέλο εκμετάλλευσης που παράγει από έναν μέχρι δύο τόνους γάλα την ημέρα χωρίς τη χρήση επιπλέον εργατικού δυναμικού.  

Τα αδέλφια Χρυσαφούδη: αριστερά ο Βαγγέλης και δίπλα του ο Ιωάννης

 

Στήριξη στην αγελαδοτροφία

Ο βορειοελλαδίτης επιχειρηματίας θεωρεί ότι η αγελαδοτροφία, η οποία είναι ήδη ελλειμματική στη χώρα μας καθώς παράγουμε μόλις το 20-30% των αναγκών, χρειάζεται στήριξη προκειμένου να διατηρηθεί τουλάχιστον στο ποσοστό που ήδη παράγουμε. «Αυτό που πρέπει να κάνει η πολιτεία είναι να προστατέψει αυτούς τους …λίγους για να συνεχίσουν να υπάρχουν. Ταυτόχρονα, το να έχουμε μια μικρή έστω παραγωγή σε ένα τόσο βασικό αγαθό όπως είναι το γάλα, μας δίνει μια ελάχιστη έστω ‘ανεξαρτησία’» υποστηρίζει.

Χρησιμοποιεί μάλιστα  ένα παράδειγμα από άλλον παραγωγικό κλάδο της ελληνικής αγροτικής παραγωγής και μεταποίησης με τον οποίο ασχολείται η οικογένειά του, το ελαιόλαδο: «Στην Ιταλία έχουν με το λάδι περίπου το ίδιο πρόβλημα που έχουμε εμείς με το αγελαδινό γάλα. Η Ιταλία παράγει μόνο το 20-30% του ελαιόλαδου που τυποποιεί κι εξάγει και να εξάγει, άρα αναγκάζεται να εισάγει ελαιόλαδο, να το ‘βαφτίσει’ ιταλικό και να το πουλήσει ως τέτοιο. Το κάνει ήδη και το κάνει πολύ καλά! Όταν όμως η Ιταλία αγόραζε το 2022 το ελληνικό και το ισπανικό χύμα ελαιόλαδο 3,5 ευρώ το λίτρο, πλήρωνε στον Ιταλό παραγωγό το ιταλικό λάδι από 4,20 μέχρι και 8,40 ευρώ το λίτρο! Ποια ήταν η λογική πίσω από αυτή την απόφαση; Μα το γεγονός ότι το ιταλικό λάδι είναι λίγο, η βιομηχανία το χρειάζεται και το κράτος στοχεύει να το προστατεύσει, να το κρατήσει ζωντανό και ίσως να το αυξήσει τα επόμενα χρόνια. Το ίδιο πρέπει να γίνει και με την αγελαδοτροφία: είναι μικρό κομμάτι της παραγωγής, οπότε ας το κρατήσουμε. Το χρειαζόμαστε!».

Τα συνολικά κόστη της ζωικής εκμετάλλευσης έχουν αυξηθεί τόσο πολύ οι κτηνοτρόφοι φοβούνται να επενδύσουν σε ζωικό κεφάλαιο και να αυξήσουν την παραγωγή τους σε γάλα.

 

Διεθνές περιβάλλον

Συζητώντας για τη διεθνή σκηνή της κτηνοτροφικής παραγωγής, ο Β. Χρυσαφούδης μας θυμίζει ότι η Ρωσία έχει από το 2019 απαγορεύσει τις εισαγωγές γαλακτοκομικών προϊόντων κι έχει επιδοτήσει την εισαγωγή ζωικού κεφαλαίου. Σήμερα, ενώ η εγχώρια γαλακτοπαραγωγή ήταν το 15-20% των αναγκών της χώρας, η Ρωσία είναι αυτάρκης.

Ο Βορειοελλαδίτης επιχειρηματίας έχει τακτικές σχέσεις με τη ρωσική αγορά και η εντύπωση που έχει αποκομίσει είναι ότι πρόκειται για απαιτητικούς συνεργάτες που γνωρίζουν το μέγεθος της δύναμής τους κι απαιτούν τον ανάλογο σεβασμό από τους επιχειρηματικούς εταίρους τους. «Λόγω καιρικών συνθηκών οι Ρώσοι θα είναι πάντα ζωοφάγοι και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό από εμάς. Έτσι αν ένα ζώο στην Γερμανία βγάλει 6-7 γαλακτικές περιόδους, στην Ρωσία θα βγάλει 3-4 και στη συνέχεια θα οδηγηθεί στη σφαγή. Κάτι αντίστοιχο -για άλλους λόγους- συμβαίνει και στην Βόρεια Αφρική…».

Όσο για τη Γερμανία, εκεί η φύση μεριμνά για τη διατροφή των ζώων επί σχεδόν οκτώ μήνες τον χρόνο με αποτέλεσμα το κόστος της παραγωγής να είναι σε κάθε συνθήκη μικρότερο. «Ο Έλληνας κτηνοτρόφος, δυστυχώς, πρέπει να πληρώνει κάθε μέρα…» μας λέει με μια δόση απογοήτευσης στη φωνή του και μας εξηγεί ότι δεν διανοείται επιχειρηματίας στον κλάδο της αγελαδοτροφίας χωρίς δική του γη από την οποία να μπορεί να εξασφαλίσει ένα μέρος των αναγκαίων ετήσιων ζωοτροφών.

You might also like